Ομολογώ ότι ήμουν διστακτικός πριν ακούσω το Freaktown, τρίτη κυκλοφορία (2 LP και 1 ΕΡ) των A Victim Of Society. To Distractions του 2014 με είχε αφήσει απογοητευμένο και το λέω με λύπη, γιατί μέχρι τότε, οι AVOS ως ντουέτο (μέλη οι Βαγγέλης Μακρής και Φώτης Ντούσκας) είχαν δώσει δείγματα των δυνατοτήτων τους που άφηναν ελπίδες. Αυτός ο κιθαριστικός ψυχεδελικός θόρυβος, που έρεπε περισσότερο στο χάος παρά στην μετρονομική αυστηρότητα που το drum machine τους υποδείκνυε και πάταγε στιβαρά στους Suicide μέσα στην δωρική απλότητα των βασικών θεμάτων, δυστυχώς δεν επαναλήφθηκε στην πρώτη τους μεγάλη κυκλοφορία. Και ήταν φανερό ότι το συγκρότημα περνούσε μία μεταβατική φάση. Η καινούρια συνταγή τους περιείχε αρκετά πιο ορθόδοξο, ας πούμε, κιθαριστικό rock’n’roll. Οι μέρες του γοητευτικού χάους είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, θα έπρεπε να πω, κρίνοντας και από τη νέα τους δουλειά που τιτλοφορείται Freaktown.
Εδώ όμως έχουμε και μία ενδιαφέρουσα αλλαγή: Το πάλαι ποτέ ντουέτο έγινε τρίο με την προσθήκη του ντράμερ Παντελή Καρασεβδά. Αυτό από μόνο του δεν λέει τίποτα φυσικά (παρά το ότι ο Παντελής είναι πολύ καλός ντράμερ): τα line ups είναι περιτυλίγματα. Η μουσική που κρύβεται πίσω τους είναι η ουσία. Αν ο συνθέσεις είναι καλές, το αν θα προσλάβεις ντράμερ ή... ορχήστρα δωματίου, ίσως δεν θα ήταν μεν δίκαιο να υποβιβαστεί σε τεχνικό ζήτημα, πάντως αντιμετωπίζεται. Στις συνθέσεις λοιπόν, οι AVOS αυτή τη φορά τα πάνε αρκετά καλύτερα, καθώς φαίνεται ότι αρχίζουν να αφομειώνουν καλύτερα το ύφος που έχουν επιλέξει (όμως, θα δούμε πιο κάτω ότι υπάρχουν και υποσημειώσεις). Σε αυτό πάντως το πλαίσιο, η προσθήκη ντράμερ συνεισφέρει σημαντικά.
Οι αναφορές που προηγήθηκαν σε πιο «ορθόδοξο» ή «παραδοσιακό» rock’n’roll συνειδητοποιώ ότι είναι έως παραπλανητικές. Εντάξει, το όλο set up είναι σίγουρα πιο συνηθισμένο από αυτό που οι AVOS παρουσιάζαν παλιότερα, αλλά, τα ορθόδοξα εξαντλούνται εδώ. Οι AVOS δεν είναι party band και, ξέρετε υπάρχουν τέτοιες και στην εναλλακτικη σκηνή. Πιστέψτε με, όλο αυτό το σκοτάδι, το ανακατεμένο με καταπιεσμένη οργή που βγάζει ο ήχος τους, είναι ικανό μόνο να διαλύσει το τυπικό πάρτυ. Ευτυχώς βέβαια, υπάρχουν και τα... μη τυπικά πάρτυ. Σε αυτά, το Freaktown έχει αρκετά καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Αν θα μπορούσε να περιγράψει κανείς τον ήχο, αυτός θα ήταν βαρύ κιθαριστικό rock’n’roll πνιγμένο σε έναν ψυχεδελικό (ψυχωσικό έπρεπε να πω καλύτερα) θόρυβο. Δεν είναι όμως ψυχεδέλεια, όχι αμιγώς, σίγουρα. Φανταστείτε τους Disappears στα πρώτα τους σε μία πιο rock’n’roll έκδοση ή ακόμα τους Loop και έχετε μία εικόνα. Μιλάμε για κιθάρες που λυσσομανούν, ξεκινώντας από το πλέον θορυβώδες rock’n’roll για να καταλήξουν μέχρι και σε μέρη με ανατολίτικες επιρροές, αλλά και ντραμς που κάποιες φορές λες ότι θα σπάσουν.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα και, όπως είπαμε, αυτό δεν εντοπίζεται στην διάθεση, αυτή υπάρχει ξεκάθαρα: Η μπάντα τα δίνει όλα. Το πρόβλημα είναι ότι τα μακράν καλύτερα σημεία του δίσκου, είναι τα ορχηστρικά. Εκεί βλέπεις να υπάρχουν ιδέες και μεγαλύτερη διάθεση. Τα θέματα των φωνητικών αντίθετα, φαίνεται να αντιμετωπίζονται κάποιες φορές έως και σαν αναγκαίο κακό. Εδώ χρήσιμο είναι να ξεκαθαρίσω την άποψή μου: Από την στιγμή που κάποιoς φεύγει από ένα λιγότερο ή περισσότερο οργανωμένο χάος όπως αυτό του πρώτου καιρού των AVOS, που γοήτευε ακριβώς γιατί ήταν τέτοιο και περνά σε κάπως αυστηρότερα δομημένες φόρμες, χρειάζεται καλά φωνητικά. «Kαλά» δεν σημαίνει περίτεχνες μελωδίες και πιασάρικα ρεφραίν απαραίτητα (αυτό το ζήτημα έλυσαν πρώτοι ίσως από όλους οι Fall!), αλλά φωνητικά που να προσφέρουν κάτι ουσιώδες στο κομμάτι, κάτι που χωρίς αυτά δεν θα υπήρχε. Στον τομέα αυτό, χρειάζεται κάποια δουλειά ακόμα. Αυτό φαίνεται καθαρά στο The Quick And The Dead, όπου χρειάζεται να φτάσει κανείς στο δεύτερο μέρος του κομματιού και με τις αλλεπάλληλες αλλαγές ρυθμού και τις φοβερές κιθάρες για να χαμογελάσει. Συμβαίνει και στο Liar, που απογειώνεται προς το τέλος (όμως οι κιθάρες «σκοτώνουν» σε όλο το κομμάτι, είναι η αλήθεια). Και δεν είναι ίσως τυχαίο ότι το Potential Mental Patient που στην μινιμαλιστική στη βάση της προσέγγισή των φωνητικών, που θυμίζει τα πρώτα τους βήματα, είναι ένα από τα κομμάτια που ξεχωρίζουν με άνεση.
Όμως τα πράγματα δεν είναι άσχημα, αν δει κανείς την γενική εικόνα, κάθε άλλο. Και αυτό γιατί υπάρχουν πολλές στιγμές όπου η μπάντα φαίνεται ότι έχει φτάσει ακριβώς εκεί που θέλει, όπως φαίνεται (και της αξίζει). Το οκτάλεπτο Would You Care είναι σίγουρα μία από αυτές, ένα φοβερό, βαρύ, ψυχεδελικό κομμάτι που φτάνει στα άκρα, καταλήγει σε ένα σόλο ντραμς - όχι δεν έχουμε 70s all over again, το σόλο έχει νόημα, δεν αποτελεί επίδειξη, αν και θα μπορούσε άνετα, διότι, το είπαμε, ο Παντελής Καρασεβδάς «το έχει». Από τις κορυφαίες στιγμές του δίσκου και το A Painful Heritage Of Beauty που περνάει με υποχθόνιο τρόπο από τους Stooges στους Fu Manchu (πόσο πιο άψογο θα μπορούσε να γίνει κάτι;). Καταπληκτικό όμως είναι και το title track, απολαυστικό από την αρχή μέχρι και το τελείωμα, που βρίσκει τις κιθάρες να ξεσπούν σε ένα βαρύ, παραμορφωμένο, ανατολίτικο surf (η Misirlou σε bad trip, κάπως έτσι!).
Οι AVOS είναι σε καλή φάση δημιουργικά, έχουν την διάθεση, αλλά βέβαιο είναι ότι μπορούν να προσφέρουν ακόμη περισσότερα. Πιστεύω ειλικρινά ότι θα το κάνουν. Επομενως, ελπίζω η επόμενη δουλειά τους να μην καθυστερήσει. Αυτή την φορά, όντως ανυπομονώ να την ακούσω.
7/10