“We want the right, the right to choose / we want the right, the right to lose”. Δανείζομαι τους στίχους αυτούς από το Attack των Blitz και τον τίτλο του τραγουδιού Die with Dignity των The Violators, ως απόλυτα χαρακτηριστικούς της, αρχικής τουλάχιστον, «νοοτροπίας» του punk rock. Η μουσική αυτή γενιά, βαριεστημένη από τυπικότητες και καθωσπρεπισμούς, αποφάσισε να επαναστατήσει μουσικά και να τα βάλει με το «σύστημα», γνωρίζοντας εν πολλοίς ότι η προσπάθειά της ήταν καταδικασμένη. Κι όμως, επέλεξε να προσπαθήσει, διεκδικώντας το δικαίωμα να αναλάβει τις συνέπειες των λαθών της. Κι όσο ρομαντικό αν ακούγεται αυτό, τόσο σκληροί έμοιαζαν εκείνοι που το υποστήριζαν. Ό,τι κι αν πει κάποιος, δε μπορεί βάσιμα να αρνηθεί ότι η μουσική έχει, αναπόφευκτα, και κοινωνικοπολιτική διάσταση, με την οποία δεν είναι απαραίτητο να συμπλέεις, αν σου αρέσει. Κι εδώ αρχίζουν τα ομιχλώδη όρια του πόσο «στρατευμένη» σε ένα σκοπό καταλήγει μια τέχνη, γενικότερα, που ξεκινά με «αγνές» προθέσεις, αλλά στην πορεία αντιμετωπίζει ρατσιστικά ό,τι δε συμφωνεί μαζί της. Το punk rock ήταν όντως μια μουσική «επανάσταση», που αντιτάχθηκε στο κατεστημένο του progressive και του mainstream rock, με χειμαρρώδεις μικρής διάρκειας συνθέσεις, εκρηκτικές κιθάρες και επιθετικούς - μηδενιστικούς στίχους. Την εποχή εκείνη όσοι, παριστάνοντας τους προφήτες, προέβλεψαν το πρόωρο τέλος του, γελοιοποιήθηκαν σύντομα και εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να γελοιοποιούνται.
Η τρομερή δυναμική της μουσικής αυτής γίνεται γλαφυρότατα αντιληπτή μέσα από το τετραπλό No Future - Complete Singles Collection: The Sound Of UK 82, που περιλαμβάνει πλήρη και τα είκοσι εννέα singles και EP’s, δηλαδή εκατόν δώδεκα τραγούδια, που κυκλοφόρησαν από τη θρυλική No Future Records στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, δηλαδή όταν το punk ήταν ακόμα στα καλύτερά του. Αξίζει να σημειώσουμε ότι από αυτά μόνο τρία δεν κατάφεραν να μπουν στο πολύ σημαντικό τότε UK Independent Chart. Το ένθετο βιβλιαράκι περιλαμβάνει φωτογραφίες εξωφύλλων, στοιχεία για κάθε επιμέρους κυκλοφορία, αλλά και σημειώσεις του Andy Peart, συντάκτη του περιοδικού Vive Le Rock.
Η No Future Records ιδρύθηκε από τους ιδεολόγους του χώρου Chris Berry και Richard Jones, που οραματίστηκαν μια σοβαρή και επιτυχημένη δισκογραφική εταιρεία με σαφή punk προσανατολισμό, διαλέγοντας το όνομά της από το φερώνυμο τραγούδι των Sex Pistols (“Don't be told what you want / Don't be told what you need / There's no future”). Με την πρωτοκαθεδρία συγκροτημάτων όπως των The Clash, Sex Pistols, The Damned και U.K. Subs δεδομένη, οι δύο φίλοι θέλησαν να δώσουν βήμα για να εκφραστούν αξιόλογες νέες μπάντες του χώρου. Πήραν, λοιπόν, ένα τραπεζικό δάνειο χιλίων λιρών και έβαλαν μια αγγελία (έτσι συνέβαιναν τα ανεξάρτητα πράγματα στα λατρεμένα 80s) στην εφημερίδα Sounds, ζητώντας από καινούργιες punk και oi! μπάντες να τους αποστείλουν demo. Φανταστείτε τι ένιωσαν, όταν είδαν μέσα στην πρώτη εβδομάδα να έρχονται περίπου τριακόσιες κασέτες! Και το καλύτερο; Επειδή ο Berry έμενε μαζί με τους γονείς του, είχε δηλώσει ως τηλέφωνο της εταιρείας εκείνο του σπιτιού του, με αποτέλεσμα, όταν έφτανε στο σπίτι από τη δουλειά, η μητέρα του να του δίνει μια κατάσταση των συγκροτημάτων που είχαν τηλεφωνήσει κατά την απουσία του! Αχ, αυτές οι μαμάδες! Πιο 80s, πεθαίνεις…
Οι διαδικασία επιλογής ήταν η σωστή και η μόνη ανεξάρτητη: επιλέγουμε ό,τι πραγματικά μας αρέσει. Έτσι, η πρώτη κυκλοφορία ήταν το καταπληκτικό All Out Attack EP των Blitz, που ξεπούλησε σε χρόνο ρεκόρ τα χίλια πρώτα αντίτυπα, για να ακολουθήσουν άλλες είκοσι τέσσερις χιλιάδες! Πραγματικά, καλύτερες συστάσεις από αυτήν την κυκλοφορία, δε μπορούσαν να γίνουν, σε συνδυασμό με τα κολακευτικά σχόλια του Gary Bushell του Sounds. Μια σημαντική δισκογραφική εταιρεία είχε μόλις γεννηθεί στο Malvern, δηλαδή σε μια μικρή άγνωστη γραφική λουτρόπολη, βόρεια του Bristol και κοντά στο υπέροχο Cheltenham. Τι εταιρεία είπαμε ότι ήταν; Ανεξάρτητη, σωστά. Θέλετε μεγαλύτερη απόδειξη γι’ αυτό, από το ότι δεν υπογράφονταν συμβόλαια μεταξύ της εταιρείας και των συγκροτημάτων, αλλά ίσχυε ο «λόγος της τιμής» τους; Και κάτι άλλο: όταν γινόταν εκκαθάριση των κερδών, ίσχυε το καθαρό 50/50.
Πολύ σύντομα η No Future Records έγινε ένα με το δεύτερο κύμα του Βρετανικού punk, που έγινε γνωστό ως UK 82. Μετά τους Blitz ήρθαν οι τρελά αγαπημένοι μου Peter And The Test Tube Babies και οι The Blood, για να απογειώσουν την ποιότητα των κυκλοφοριών, που αυξάνονταν γεωμετρικά, δίνοντας στην προσπάθεια των δύο φίλων το χαρακτήρα πλήρους απασχόλησης. Όλα έγιναν γρήγορα, με αποτέλεσμα ο Berry στα τέλη του 1983 να ιδρύσει παράλληλα τη Future Records, διαβλέποντας ότι το δεύτερο ξέσπασμα του punk καταλάγιαζε, κάτι όμως που συνετέλεσε στην επίσπευση των τίτλων τέλους της No Future Records.
Μερικά πράγματα έχουν χιλιοειπωθεί, οπότε έχουν χάσει μέρος της βαρύτητάς τους. Χωρίς καμία απολύτως υπερβολή, το No Future - Complete Singles Collection: The Sound Of UK 82, δηλαδή ο κατάλογος της No Future Records, εξακολουθεί να ακούγεται τόσο ποιοτικός και τόσο… αυριανός, που τρομάζει! Ειλικρινά, δε βρίσκεις εύκολα ένα τραγούδι που να είναι αδιάφορο. Ό,τι κι αν διάλεγα -ακόμα και με κλειστά μάτια- ως προτεινόμενο άκουσμα μέσα από αυτόν, θα ήταν σωστό. Τελείως ενδεικτικά, θα σας έλεγα να ακούσετε τα Banned From The Pubs των Peter & The Test Tube Babies, Someone’s Gonna Die Tonight των Blitz, Orders των Protest, Action Man των Distortion, Whose Bomb των Chaotic Youth, Today’s Generation των Attak, The Fugitive των Violators, Chinese Rocks των The Insane, I’ve Got a Gun των Channel 3, 17 Years of Hell των The Partisans, Summer of ’81 των Violators, Wanna Riot των A.B.H., Snow Blindness των Cadaverous Clan και Storm Trooper Tactics των Impact.
Φτάνοντας στον τέταρτο δίσκο του No Future - Complete Singles Collection: The Sound Of UK 82, που περιέχει τις τελευταίες κυκλοφορίες της εταιρείας, γίνονται αντιληπτές κάποιες επιρροές της ευρισκόμενης σε πλήρη άνθηση τότε φάσης του post punk, αλλά αυτό που μένει ως επίγευση είναι η «ωμή» δυναμική του καθαρόαιμου και ποιοτικού ανεξάρτητου punk ήχου, όπως τον παρουσίασε με τιμιότητα η No Future Records.