Θα ήταν μέγα σφάλμα να μιλήσεις για τη μαγική soul μουσική και να μην αναφερθείς στον “The King of Rock and Soul”, δηλαδή τον κύριο Solomon Burke. Ενός από τους κυριολεκτικά πρωτοπόρους της διαμόρφωσης της soul μουσικής, έτσι όπως την αντιληφθήκαμε κυρίως από τη δεκαετία του ’70 και μετά, που ήταν και ο νονός της, αφού χρησιμοποιούσε τη λέξη αυτή για να την περιγράψει. Μάλιστα, πιστοποιώντας το πόσο προσωπική ήταν η μουσική του, είχε δηλώσει ότι: «Το ογδόντα τοις εκατό των τραγουδιών που ηχογράφησα κατά τη δεκαετία του ’60 με αφορούν προσωπικά. Ακούγοντας αυτούς τους δίσκους μαθαίνεις τι συνέβαινε στην ερωτική και οικογενειακή ζωή μου και πόσος χρόνος χρειάστηκε να περάσει μέχρι να μεγαλώσω».
Στις 28 Αυγούστου κυκλοφορεί το τριπλό The King of Rock ‘N’ Soul – The Atlantic Recordings (1962-1968), μέσα από το οποίο παρουσιάζονται τα έξι άλμπουμ που κυκλοφόρησε αυτό το χρονικό διάστημα στη μεγάλη Atlantic Records, όπως και τραγούδια που δε συμπεριελήφθησαν στους δίσκους και σώθηκαν από την καταστροφική πυρκαγιά στις αποθήκες της εταιρείας το 1976. Μέσα από τα εβδομήντα εννέα συνολικά τραγούδια της κυκλοφορίας αυτής παρουσιάζεται ένα μέρος του μεγαλείου του Burke, ο οποίος δεν τραγουδούσε μόνο ο ίδιος τις συνθέσεις του, αλλά έδινε και κάποιες σε άλλους συνεργαζόμενους με την ίδια δισκογραφική εταιρεία, όπως τους Otis Redding και Joe Tex. Κι όταν μιλάμε για την Atlantic Records των Ray Charles, Sam Cooke και James Brown, κάνουμε λόγο για την κολοσσιαία αυτή εταιρεία που έκανε και τη διανομή της Stax Records μέχρι το 1969 και αποτελούσε μαζί με την επίσης θρυλική Motown Records την καρδιά της αφρο-αμερικανικής μουσικής.
Η αγάπη του Burke για τη μουσική αρχικά εκδηλώθηκε μέσα σε ναούς της ιδρυθείσας από τη γιαγιά του Χριστιανικής αίρεσης, όπου τραγουδούσε gospel και αργότερα κήρυττε. Κι όταν πήρε για δώρο μια κιθάρα από τη γιαγιά του, έφτιαξε τους The Gospel Cavaliers, που κέρδισαν το θαυμασμό του dj Kae Williams, ο οποίος τους σύστησε την ανεξάρτητη Apollo Records, όπου είχε υπογράψει η Mahalia Jackson. Το 1957, ύστερα από μια διετία στην εταιρεία αυτή χωρίς μεγάλη επιτυχία και με αρκετά οφειλόμενα, ο Solomon απογοητεύτηκε με τα μουσικά, φοίτησε στο πανεπιστήμιο και παντρεύτηκε για πρώτη από τις τέσσερις συνολικά φορές, στις οποίες απέκτησε είκοσι ένα παιδιά. Στο μεταξύ όμως, επειδή η μουσική παρέμενε προτεραιότητά του, βρήκε ως νέο μάνατζερ τον Marvin Chivian, ο οποίος τον έφερε στην Singular Records. Εκεί αποστασιοποιήθηκε αρκετά από το gospel παρελθόν του και φλέρταρε με την R&B και το rock & roll των Ray Charles και Little Richard.
Κάπως έτσι τράβηξε την προσοχή του Jerry Wexler, ο οποίος δεν κόπιασε και πολύ για να πείσει τους Nesuhi Ertegun και Herb Abramson, προκειμένου όχι μόνο να δεχτούν τον Burke στην Atlantic Records, αλλά και να αγοράσουν τα δικαιώματα όλων των τραγουδιών που είχε ηχογραφήσει στη Singular Records. Το πρώτο session του Burke για την Atlantic έγινε στις 13 Δεκεμβρίου του 1960 εν μέσω χιονοθύελλας, με τον Burke να φεύγει από το στούντιο πριν καν ακούσει την ηχογράφηση και αφήνοντας όλους έκπληκτους, επειδή βιαζόταν να οδηγήσει το φορτηγό του για εκχιονιστικά έργα έναντι τεσσάρων δολαρίων την ώρα. Κι έτσι ξεκίνησε η ηχογράφηση της διασκευής πρώην του country & western Just Out of Reach (of My Two Empty Arms) και του αφιερωμένου στη γιαγιά του Be Bop Grandma ως B-side. Στο εξής, τα 45s του Solomon πήγαιναν αρκετά καλά, αν και απογειώθηκε λόγω της συνεργασίας του με τον Burt Berns, αρχής γενομένης από το Cry to Me που διασκεύασαν αργότερα οι Rolling Stones και τα Down in the Valley και I’m Hanging Up My Heart For You που έγραψε μαζί με τον Don Covay.
Το 1962 κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ για την Atlantic με τίτλο Solomon Burke’s Greatest Hits, το οποίο ήταν ο προπομπός της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισε ένα χρόνο αργότερα με το δεύτερο δίσκο του και ειδικότερα με το If You Need Me του Wilson Pickett. Και αυτό το άλμπουμ κατά βάση αποτελούνταν από προγενέστερα 45s, ενώ περιείχε και το Stupidity που πέρασε τα σύνορα και έγινε επιτυχία στη Βρετανία και ειδικότερα αγαπημένο τραγούδι των Mods. Ο Solomon εξαιτίας των ενδοιασμών που είχε σχετικά με το ότι θεωρούνταν ως rhythm & blues τραγουδιστής, λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, αναζητούσε ένα νέο όρο για να περιγράψει τη μουσική του. Έτσι, παίρνοντας την ιδέα από ένα dj που του είπε πως τραγουδά με την ψυχή του, είπε: “I want to be a soul singer” και αυτοαποκαλέστηκε ως “The King of Rock and Soul”.
Ο τρίτος του δίσκος, που κυκλοφόρησε το 1964, λεγόταν Rock ‘Ν Soul, επίσης βασιζόταν σε προγενέστερα singles και σηματοδότησε την αρχή του τέλους της συνεργασίας Berns και Burke, με το The Price, που μιλούσε για το διαζύγιό του, να θεωρείται ως ο ορισμός της «νέας» μουσικής που ονομάστηκε soul. Ακολούθησαν οι μεγάλες επιτυχίες του αφιερωμένου στο χαμό του Sam Cooke Got to Get You Off My Mind και του Tonight’s the Night, αλλά και η ευρύτερη καταξίωση στη Βρετανία. Το 1966 ήρθε το The Best of Solomon Burke με όλες τις επιτυχίες του, αλλά και επανεκτελέσεις και το εξαιρετικό Everybody Needs Somebody to Love που εκτόξευσαν οι The Blues Brothers και οι Rolling Stones. Το King Solomon (1967) είχε πάλι 45s, συμπεριλαμβανομένων των Party People και It’s Just a Matter of Time του Brook Benton. Το I Wish I Knew (1968), που ηχογραφήθηκε εκτός Νέας Υόρκης με τη βοήθεια του Bobby Womack και αρκετών καλών μουσικών, όπως των Tommy Cogbill, Reggie Young, Dan Penn και Chips Moman, επρόκειτο να είναι το τελευταίο για την Atlantic Records.
Το boxed set The King of Rock ‘N’ Soul – The Atlantic Recordings (1962-1968) έρχεται να μας παρουσιάσει αναλυτικά το παραπάνω κομμάτι της σημαντικότατης δημιουργίας του Solomon Burke. Στον πρώτο του δίσκο περιλαμβάνονται οι πρώιμες ηχογραφήσεις για τη Singular, τα sessions για την Atlantic από το 1960 μέχρι το 1962, όπως και το για πρώτη φορά σε CD το πρωτότυπο 45 mix του I’m Hanging Up My Heart for You. Στο δεύτερο δίσκο βρίσκουμε εικοσιέξι τραγούδια από εννέα sessions, που έγιναν κατά το χρονικό διάστημα 1963 έως 1966 και εκπροσωπούν το αρχικό στάδιο της μεγάλη απήχησής του. Επίσης, δύο ακόμα πρωτιές σε CD, δηλαδή τα πρωτότυπα 45 mix των Goodbye Baby (Baby Goodbye) και Beautiful Brown Eyes, ενώ μας συστήνονται και δύο υπέροχες τραγουδίστριες, η Cissy Houston και η Dee Dee Warwick. Στο τρίτο δίσκο υπάρχουν, μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά σε CD οι δύο πλευρές από το 45άρι του “supergroup” The Soul Clan, που αποτελούνταν από τον Solomon και τους Wilson Pickett, Don Covay, Joe Tex και Arthur Conley.