Η γνωριμία μου με τους Peter and the Test Tube Babies έγινε με κάποια καθυστέρηση, σε μια εποχή που ο όρος punk pathetique δεν ήταν ευρύτερα ήταν γνωστός. Ο τόπος της συνάντησής μας ήταν ένα δισκοπωλείο και ειδικότερα ένα ράφι προτεινόμενων δίσκων βινυλίου σε ελαφρώς καλύτερη τιμή γνωριμίας. Εκεί ψάχνοντας βρήκα το εξαιρετικό ολοκαίνουργιο Soberphobia και το πρώτο πράγμα που με τράβηξε στο εξώφυλλό του ήταν η ξαπλωμένη κιθάρα δίπλα στα pints που απολάμβαναν τέσσερις καθόλου σοβαροφανείς τύποι. Όταν γύρισα να δω το οπισθόφυλλο και διάβασα τους τίτλους των τραγουδιών δεν είχα κανένα απολύτως δισταγμό στο να τον αγοράσω. Βέβαια, προς στιγμή, βλέποντας το Spirit of Keith Moon μπερδεύτηκα λίγο, μιας και η αίσθηση που μου δινόταν σε καμία περίπτωση δεν ήταν ότι η μπάντα έπαιζε classic rock. Κι έτσι, για κάθε ενδεχόμενο, ρώτησα τον παθιασμένο α-λα High Fidelity ιδιοκτήτη του μαγαζιού και αφού μου είπε πως οι τύποι είναι φοβεροί old school Oi! punks, ασφάλισα το άλμπουμ κάτω από τη μασχάλη (μπας και μου τον πάρει κανείς), τον πλήρωσα και έφυγα για το σπίτι. Βιαζόμουν να ακούσω το Spirit of Keith Moon (ω, τι στίχοι κι αυτοί - άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι οι The Who υπήρξαν επιδραστικοί για το Oi!), για να δω πώς παντρεύεται το classic και το hard με το punk rock. Εντάξει, πού να ξέρω τότε… Πολύ σύντομα αυτό το τραγούδι επρόκειτο να μπει στη λίστα με τα πιο αγαπημένα μου. Ακόμα όμως και τότε δε θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα βρισκόταν σε αυτήν μέχρι σήμερα.
Όλα ξεκίνησαν το 1978 στο Peacehaven, που βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα μακριά από το Brighton. Ο τραγουδιστής Peter Bywaters μαζί με τον κιθαρίστα Derek "Strangefish" Greening αποφάσισαν να φτιάξουν τη μπάντα, παίρνοντας μαζί τους το μπασίστα Chris "Trapper" Marchant και τον ντράμερ Dave Kent. Η μουσική τους ήταν δυναμική, ανατρεπτική και ταυτόχρονα λίγο πιο μελωδική για μια punk μπάντα της εποχής, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί άμεσα ενδιαφέρον για το συγκρότημα. Έτσι ήρθαν οι συμμετοχές στις συλλογές Vaultage 78 (1978), Oi The Album (1980), The Kids Are United (1981), Carry On Oi (1981), The Secret Life of Punks (1982) και Punk and Disorderly (1982), πριν γράψει γι’ αυτούς το περιοδικό Sounds και παίξουν στην εκπομπή του John Peel στο Radio One το 1982, δηλαδή τη χρονιά που κυκλοφόρησαν και το ντεμπούτο τους με τίτλο Pissed and Proud.
Σε όλα τα μουσικά είδη οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των συναφών υπο-ειδών εμφανίζονται στην πράξη αρκετά θολές. Στην περίπτωση των Peter and the Test Tube Babies το ορθόδοξο punk-rock μπλέκεται με το Oi! punk και το punk pathetique, συναποτελώντας ένα πολύ όμορφο ροκάδικο μείγμα. Από την αρχή η μουσική τους δεν κέντρισε το ενδιαφέρον μόνο των skinheads και των punk rockers, αλλά και όλων εκείνων που αγαπούσαν τη δυνατή rock μουσική και δεν τα είχαν και πολύ καλά με το κατεστημένο, χωρίς ποτέ να ήταν κατά κύριο λόγο πολιτικά ενταγμένη, αλλά πολιτικοποιημένη σχετικά με τις οικονομικές και μη πιέσεις που ασκούνταν στην εργατική και την αστική τάξεις. Η ποιότητά τους όμως ήταν τέτοια, που η μουσική τους βρήκε ανταπόκριση και σε κοινό που δεν το απασχολούσαν ιδιαίτερα τα προβλήματα για τα οποία τραγουδούσαν. Πολύ ωραία ήταν η αίσθηση του χιούμορ που αποτυπωνόταν στους στίχους των τραγουδιών τους, χάρη στην οποία πολλοί -και καθόλου αδικαιολόγητα- τους θεώρησαν μέρος του punk pathetique. Βέβαια, κάποιες φορές, ακόμα και στους τίτλους, ξεπερνούσαν τα αποδεκτά όρια ευπρέπειας, αλλά αυτό στα τέλη της δεκαετίας του ’70 αποτελούσε λίγο - πολύ φαινόμενο συνυφασμένο με το punk, άσχετα με το ότι κάποια συγκροτήματα δεν έπειθαν απόλυτα για τα σχετικά μη εμπορικά κίνητρά τους.
Οι Peter and the Test Tube Babies ξεδίπλωναν το χιούμορ τους με έναν άμεσο και συχνά αναπάντεχο και αυτοσαρκαστικό τρόπο, ο οποίος δεν συνυπήρχε απλά αρμονικά με τη μουσική, αλλά την αναδείκνυε περισσότερο. Στο μυθικό Spirit of Keith Moon περιγράφεται ο μέσω παραψυχικού τηλεφωνήματος «δαιμονισμός» κάποιου από τον νεκρό Keith και η υποβολή του στο να αδειάσει τον πυροσβεστήρα σε όλους τους τοίχους του δωματίου του ξενοδοχείου που μένει, να αφήσει να τρέχει η βρύση της μπανιέρας για να πλημμυρίσει ο χώρος και να ρίξει από το παράθυρο του δέκατου ορόφου το τηλέφωνο, την τηλεόραση, ακόμα και το νιπτήρα, προτρέποντας το «δαιμονισμένο» να παρακολουθεί την πτώση του μέχρι να σκάσει στο πεζοδρόμιο: “I wanna throw things out the window, I wanna smash up the room / 'Cause I've been possessed by, the spirit of Keith Moon”. Αναμφίβολα οι στίχοι είναι εμπνευσμένοι από τον “bloody drug corridor” που είχε δηλώσει πως περνούσε ο Keith, που συχνά εξωτερικευόταν με ανάλογες καταστροφές δικών του δωματίων, όπως και φίλων του, αλλά και ξενοδοχείων (ιδίως κατά την περιοδεία στο Βερολίνο το 1966, που στοίχησαν στη μπάντα τριακόσιες χιλιάδες λίρες). Στο Supermodels παραπονιούνται επειδή η πανέμορφη φιλενάδα τους (“she'd check her hair just to answer the phone”) τους πρήζει όταν βλέπουν αθλητικά (“She’s every man's dream in her lingerie / but God did she nag about Match Of The Day”). Στο Student Wankers αναπαράγουν την αλληγορική σημασία του να πίνεις half a pint (“With their silly student ties and their silly student scarves / drinking draught real ale not in pints but halves”), ενώ στο Elvis is Dead τα βάζουν με το πάχος του Βασιλιά (“Elvis had an heart-attack, 'cos he got too bleedin' fat / He weighed nearly half a ton, he looked more like a pregnant mum / But he couldn't get into heaven, 'cos he couldn't get thru the gate”). Άλλοτε τα βάζουν με τα άλλα μουσικά είδη, όπως στο I'd Rather Jack (“AM, FM all of that jazz, we'd rather sing along with Yazz… I'd rather jack, than Fleetwood Mac”), αλλά συχνά αρκούν οι τίτλοι των τραγουδιών για να φανταστείς το περιεχόμενό τους: Rotting in the Fart Sack, Pick Yer Nose (And Eat It), I Lust for the Disgusting Things in Life, There's a Penis on My Shoulder, Tupperware Party.
Η ιστορία της μπάντας δίνει ραντεβού μαζί μας μέσα από τα σαράντα τραγούδια του διπλού digipak The Complete Singles, περιλαμβάνοντας και τις δύο πλευρές τους. Τι να πρωτοαναφέρω τώρα; Ειλικρινά, μου αρέσουν όλα και πράγματι εξακολουθούν να ακούγονται πολύ… σημερινά. Για το Spirit of Keith Moon δε χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο, το Banned From the Pubs αμερικανίζει υπέροχα και είναι punk ύμνος τελεία και παύλα, ο δυναμίτης του Moped Lads εκρήγνυται εκκωφαντικά σε 1.36’, το μυθικό The Jinx που ήταν το πρώτο τους που κυκλοφόρησε και σε 12΄΄ φόρμα, το Up Yer Bum που ξεσήκωνε χάος στις ζωντανές τους εμφανίσεις, ο επιβλητικός ύμνος του Key To The City που γλυκοκοίταζαν οι συνειδητοποιημένοι post-punks, η βόμβα του Run Like Hell που έπιασε το #2 στο indie chart πίσω από το Don’t Go των Yazzo, το αργόσυρτα εθιστικό Louise Wouldn’t Like It τέλειο που θα μπορούσε να φέρει δάκρυα συγκίνησης στα μάτια μερικών Paisley Underground συγκροτημάτων, το Toy Boy που θύμιζε τους The Clash αλλά επικύρωσε την περιοδεία με τους Die Toten Hosen και το α-λα Vibrators Supermodels που είχε εμπλακεί ο Hasse “Hans” Persson των Flesh for Lulu.
Όμορφα χρόνια, όμορφα τραγούδια. Πώς το έλεγαν; Θέλουμε να είμαστε λυπημένοι, αλλά δεν προλαβαίνουμε; Guys, you’ve got the keys to the city…