Τετάρτη, 11 Μαΐου 2016 21:00

Local Jams vol.3

Written by 

Για πολλούς το grunge τελείωσε στα μέσα της δεκαετίας του '90, λίγο αργότερα από τότε που ο Cobain εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων στα τέλη της ίδιας δεκαετίας όταν πια τα σημαντικότερα γκρουπ του είδους είχαν αποσυρθεί από την «ενεργό δράση» (εντάξει υπήρχαν και οι εξαιρέσεις, όπως οι ακούραστοι Pearl Jam και οι «προπάτορες» Mudhoney). Μετά από μια σχετικά «ήσυχη» για το grunge δεκαετία (00s), η κληρονομιά του φαίνεται να αναδεικνύεται και πάλι την τρέχουσα δεκαετία και το όλο μουσικό ύφος μοιάζει να ανακινείται. Ειδικά όσον αφορά τα καθ’ ημάς, το είδος φαίνεται να αποκτά αρκετούς ακόλουθους, με την χαρακτηριστική χρονοκαθυστέρηση που χαρακτηρίζει την αφομοίωση των ξενόφερτων μουσικών ρευμάτων στη χώρα μας. Παρακάτω παρουσιάζουμε μια επιλογή από πρόσφατες κυκλοφορίες που λιγότερο ή περισσότερο έχουν ως βάση τους τη φιλοσοφία του grunge.

 

Fool In The Box - Fool In The Box (Self Release, 2015)

Οι Fool In The Box είναι ενεργοί εδώ και πολλά χρόνια (σχεδόν μια δεκαετία) και ίσως για κάποιους αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μόλις πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το πρώτο τους άλμπουμ. Είχε προηγηθεί βεβαίως το ΕΡ Faces, το οποίο κυκλοφόρησε το 2014 στο πλαίσιο του προγράμματος Band Complete της SAE, ενώ όσοι παρακολουθούν πολύ προσεκτικά τα τεκταινόμενα στην εναλλακτική σκηνή, πιθανώς να τους θυμούνται από τη συμμετοχή τους στο τρίτο μέρος της περίφημης συλλογής Ιn The Junkyard (2007) της Spinalonga.

Το Αθηναϊκό τρίο (Απόλλων Αβατάγγελος – κιθάρα, φωνή, Άγης Βουγάς- μπάσο, Γιώργος Ράδος – τύμπανα) παίζει alternative rock, επηρεασμένο ξεκάθαρα από τον αμερικάνικο ήχο της δεκαετίας του ’90 (ναι, σωστά καταλάβατε, στο grunge αναφερόμαστε). Ωστόσο η μουσική τους δεν περιορίζεται στα στενά όρια που θέτει ο όρος “grunge”. Αρκεί μια προσεκτική ακρόαση της δουλειάς τους για να διαπιστώσεις ότι οι συνθέσεις τους φέρουν έντονα στοιχεία heavy rock καθώς και progressive. Με το πολύ αξιόλογο ΕΡ Faces παρουσίασαν την μουσική τους ταυτότητα και τώρα, δύο χρόνια αργότερα δοκιμάζονται στη σαφώς δυσκολότερη φόρμα του full length. Στο ομώνυμο LP τους βρίσκουμε αρκετή ποικιλία στα κομμάτια τους (πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα τα Letter Τo Conceal, Charcoal Laces, On Thin Ice, Burning Straw), χωρίς να λείπουν οι πιο προσηλωμένες στο grunge συνθέσεις (Horses και The Hook). Περίπου στη μέση βρίσκουμε μια δική τους πιο heavy εκδοχή στο αριστουργηματικό I Want You (She’s So Heavy) των Beatles (το έχουμε ακούσει και στις συναυλίες τους), ενώ το κομμάτι που ξεφεύγει λίγο από τη φιλοσοφία του δίσκου είναι το τραχύ Strip Our Love, το οποίο αποτελεί με διαφορά την πιο δυναμική στιγμή του άλμπουμ.

Οι Fool In The Box ξέρουν καλά το αντικείμενο, φαίνεται ότι έχουν εμβαθύνει στο ήχο της δεκαετίας του ’90 και έχουν πολλές ιδέες να προτείνουν, όμως κάποιες φορές αυτές μοιάζουν σκόρπιες. Επίσης οι συνθέσεις τους ακούγονται «μια ιδέα» πιο ζωηρές στα live τους σε σχέση με τη studio εκδοχή τους (κάτι που είναι λογικό βέβαια και συμβαίνει σε πολλά συγκροτήματα). Κατά τα λοιπά, κάνουν καλή δουλειά και αυτό πρέπει να τους το πιστώσουμε.

 

 

Sun, Rain In Life – 96/4 (Self Release, 2015)

Οι Sun, Rain In Life μόνο «χθεσινοί» δεν είναι στην σκηνή αφού ξεκίνησαν το μακρινό (πλέον) 1995 ως Teenage Angst. Το 1998 κυκλοφόρησαν μέσω της ακμαίας τότε Hitch Hyke το ντεμπούτο τους When Your Life Meets You σε παραγωγή των Brotherhood Of The Dog (Alex K – Jim Spliff), ενώ την ίδια χρονιά διανεμήθηκε μέσω του Fractal Press το 7ιντσο single Windmill. Μετά από μια σειρά εμφανίσεων (μεταξύ των οποίων και αυτή ως support στη μυθική συναυλία του Joe Strummer με τους Mescaleros) το σχήμα άλλαξε το όνομα του σε Sun, Rain In Life. Ακολούθησε μια «χαλαρή» δεκαετία μέχρι το συγκρότημα να πάρει ξανά μπρος για τα καλά στην τρέχουσα δεκαετία. Η νέα εποχή της μπάντας ξεκίνησε με την ηχογράφηση του 96/4, το οποίο τυπικά αποτελεί το ντεμπούτο τους, στην ουσία όμως είναι το δεύτερο πόνημα τους.

Μιας και η αφετηρία των Sun, Rain In Life τοποθετείται στη καρδιά της δεκαετίας του ’90, λογικό είναι η μουσική τους να είναι έντονα επηρεασμένη από το ήχο της και πιο συγκεκριμένα τον ήχο που κυριαρχούσε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, εν ολίγοις το grunge (τα συγκροτήματα του Seattle είναι γραφτό να μνημονεύονται για πολλά χρόνια ακόμα, απολύτως δίκαια, βεβαίως, καθώς ο χρόνος είχε αναδείξει την διαχρονικότητα του υλικού τους). Ακούγοντας για παράδειγμα το Searching For The Liar μέσα από το 96/4 δεν γίνεται να μην διακρίνεις στοιχεία από τη μουσική κληρονομιά των Alice In Chains.

Γενικότερα οι συνθέσεις που απαρτίζουν το 96/4 μοιράζονται το ίδιο ηχητικό υπόβαθρο, είτε μιλάμε για το νοσταλγικό 80’s, είτε για το δυναμικό Mirror, είτε για μελωδικό Fail. Εδώ προφανώς προκύπτουν και οι όποιες ενστάσεις σχετικά με το άλμπουμ: στην ομοιομορφία που διακρίνει το υλικό καθώς και στην απαρέγκλιτη αφοσίωση στον συγκεκριμένο ήχο που κυριάρχησε στα 90s. Από εκεί και πέρα η δουλειά τους είναι πολύ φροντισμένη σε όλα τα επίπεδα, ενώ ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στους στίχους καθώς ακολουθούν ένα συγκεκριμένο concept. Μάλιστα ο συγκριμένος δίσκος αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ιδέας με τίτλο The Road Of Life Is Ahead την οποία η μπάντα φιλοδοξεί να συνεχίσει με τις επόμενες δουλειές της.

 

 

INK – Loom (Self Release, 2016)

Οι INK από την Αλεξανδρούπολη κατάφεραν με το παρθενικό τους LP Diary (2009) να δημιουργήσουν κάποιο θόρυβο γύρω από το όνομα τους, ιδίως στους κύκλους αυτών που ασχολούνται ακόμα πιστά με τον αμερικάνικο εναλλακτικό ήχο των ‘90s. Μεσολάβησε ένα μεγάλο διάστημα (7 χρόνια δεν είναι λίγα) μέχρι τη δεύτερη απόπειρά τους Loom, η οποία έκανε την εμφάνιση της διαδικτυακά ανήμερα την Πρωτοχρονιά.

Η μπάντα ουσιαστικά πιάνει το νήμα από εκεί που το είχε αφήσει με το ντεμπούτο της. Ο ήχος παραμένει πιστός στις grunge διδαχές, τα φωνητικά δείχνουν τον σεβασμό στην «μεγάλη του Layne Staley σχολή» και γενικά όλη ατμόσφαιρα θυμίζει βροχερό Seattle. Βεβαίως το γκρουπ πια είναι πολύ πιο έμπειρο και αυτό είναι εμφανές στις συνθέσεις, το παίξιμο, την παραγωγή, από την αρχή ως το τέλος του άλμπουμ. Οι μουσικοί εδώ δεν φοβούνται να ανεβάσουν τις εντάσεις (χαρακτηριστικό παράδειγμα το Violent Dope αλλά και τα Rain, Sell Me, Desert Son) αλλά και να χωρέσουν ενδιάμεσα πιο μελωδικές συνθέσεις σαν το Persephone, το Ophelia και το Sirens (στο τελευταίο καθώς και στο Little Story συμμετέχει ο Ιρλανδός Craig Walker, πασίγνωστος στα μέρη μας από το πέρασμά του στους Archive).

Ακούγοντας το Loom κάποιοι ίσως θεωρήσουν ότι το συγκρότημα δείχνει υπερβολικό σεβασμό στην παρακαταθήκη του grunge των ‘90s, ωστόσο οι INK μοιάζει να θέλουν να μείνουν όσο πιο προσηλωμένοι στο συγκεκριμένο στυλ, γιατί σε αυτό νιώθουν ότι είναι καλύτεροι, είναι εμφανέστατο εξάλλου ότι το γνωρίζουν και το αγαπάνε πολύ. Όπως και να έχει, το σχήμα έχει προοδεύσει σε σχέση με την εποχή του ντεμπούτο του και η δεύτερη δουλειά του είναι σαφώς ένα σκαλί πιο πάνω.

 

 

10Code – Swiftlets (Self Release, 2016)

Άλλο ένα φετινό ντεμπούτο που εντάσσεται στον ευρύτερο χώρο του alternative/ grunge είναι αυτό των 10Code, μπάντας που ξεκίνησε το 2011 και το 2013 έδωσε το πρώτο δείγμα γραφής με το EP The Connection. Βεβαίως και οι 10Code έχουν πίσω τους μια μικρή ιστορία καθώς τα 2/4 του σχήματος συμμετείχαν στους Playground, οι οποίοι είχαν ακουστεί αρκετά κυρίως μέσω της πλατφόρμας του Jumping Fish στην οποία είχε διακριθεί το κομμάτι Delmi.

Στο Swiftlets οι 10Code παρουσιάζουν συνθέσεις που δούλευαν τα τελευταία χρόνια και ουσιαστικά αποτελούν το καταστάλαγμα του ήχου τους. Δυνατές κιθάρες, γρήγοροι ρυθμοί, όμορφες μελωδίες είναι τα στοιχεία που βρίσκουμε στα 9 κομμάτια του LP, από τα οποία θα ξεχωρίζαμε με άνεση το ομώνυμο, το Animal Crisis και το Transmitter (μόνο τυχαίο δεν είναι ότι σε αυτά τα τρία η ένταση ανεβαίνει σημαντικά).

Κι εδώ ο απόηχος της μουσικής σκηνής των 90s είναι πανταχού παρών, άλλωστε όπως προείπαμε, όσοι μεγάλωσαν στη συγκεκριμένη δεκαετία (όπως τα μέλη του γκρουπ) είναι επόμενο να το κουβαλάνε σαν βίωμα, αφού πέτυχαν το grunge στο απόλυτο ζενίθ του. Οι 10Code έχουν διαμορφώσει το δικό τους ηχητικό στίγμα, γεγονός οπωσδήποτε θετικό, όμως οι συνθέσεις τους μοιάζουν υπερβολικά ομοιόμορφες. Λίγη περισσότερη ποικιλία και τόλμη θα λειτουργούσε σαφώς υπέρ του συνόλου. Αυτό που κρατάμε είναι σίγουρα το νεύρο και η ένταση που «βγάζουν» στα κομμάτια τους (το διαπιστώσαμε και στη ζωντανή παρουσίαση του άλμπουμ) και κατατάσσουμε το δίσκο τους στην άτυπη κατηγορία «ελπιδοφόρα ντεμπούτα».

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

 

 

Ο Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 (συγκεκριμένα τη χρονιά για την οποία έχει τραγουδήσει ο Jimi Hendrix), όταν πια οι Joy Division είχαν πάψει ήδη να υπάρχουν από καιρό (ευτυχώς υπήρχαν οι New Order!). Μετά από χρόνια αναζητήσεων ανακάλυψε αυτό που έψαχνε σε μια έρημο, έκτοτε λατρεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τους Kyuss. Πιστεύει ότι αν δεν υπήρχε το rock & roll θα έπρεπε να το έχουμε ανακαλύψει. Επίσης, είναι βέβαιος ότι ο Έλβις ζει κάπου ανάμεσα μας… 

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα