Το rock ‘n’ roll συνεχίζει να εμπνέει, όσο κι αν το «πεθαίνουμε» κάθε λίγο. Συνεχίζει να αποτελεί πηγή έμπνευσης για σχήματα παλιά και καινούρια, ντόπια και διεθνή. Εδώ, για παράδειγμα, παρουσιάζουμε τρία άλμπουμ από μπάντες που ακολουθώντας κάποιο παρακλάδι του (grunge, garage, punk), συνεχίζουν να το υπηρετούν με πάθος. Κάποιες φορές μάλιστα τα αποτελέσματα είναι θαυμάσια!
Coyote's Arrow – Aho (The Lab Records, 2018)
Οι Coyote's Arrow αποτελούν αξιοπρόσεκτη περίπτωση. Στις τάξεις τους συνδυάζεται η φρεσκάδα με την εμπειρία, τα νιάτα με την ωριμότητα (το «γονείς και παιδιά», δεν αποτελεί σχήμα λόγου στην παρούσα περίπτωση). Η πρώτη δισκογραφική τους κατάθεση πραγματοποιήθηκε με το Desert το 2016, ήταν όμως οι δυναμικές και πυκνές εμφανίσεις τους που τους έκαναν περισσότερο γνωστούς. Τώρα η μπάντα επιστρέφει με το δεύτερο πόνημα της, με τίτλο Aho, όπου και αποκρυσταλλώνεται ο ήχος της, με ξεκάθαρο punk προσανατολισμό (λογικό αν σκεφτούμε ότι στη σύνθεση του γκρουπ υπάρχουν δύο μέλη των ιστορικών Deus ex Machina). Όχι πως και στην πρώτη τους κυκλοφορία δεν ήταν πανταχού παρόν, απλά εδώ είναι πιο σαφές το στίγμα του. Ο δίσκος είναι γεμάτος από punk δυναμίτες (Operator, Coyote’s Arrow, Rage, Testify) και μόνο για λίγο κατεβάζουν κάπως ταχύτητα (Reborn, Go Down). Με λίγα λόγια κάνουν πράξη την προτροπή «παίχτε πανκ!» και μάλιστα με απολύτως πετυχημένο τρόπο. Τα riff-ακια τους είναι εκρηκτικά, τα φωνητικά του Σταύρου Χατζόπουλου όπως πάντοτε παθιασμένα (είναι το σήμα κατατεθέν του, άλλωστε), το groove παρόν όταν χρειάζεται και τέλος το fun μοιάζει να αποτελεί τον πυρήνα του εγχειρήματος τους. Το γεγονός, επίσης, πως ο δίσκος ξεπερνάει κατά λίγο το μισάωρο, σε κάνει να πατάς με την πρώτη ευκαιρία ξανά το play με ευχαρίστηση.
Distortion Tamers - Jasmines & Blades (Ikaros Records, 2018)
Οι Distortion Tamers εξακολουθούν να είναι αμετανόητοι λάτρεις του rock & roll, αυτό επιβεβαιώνει εμφατικά και η νέα τους δουλειά. Το Αθηναϊκό trio με το νέο του album (μετρά στο ενεργητικό του, επίσης, άλλο ένα LP, ένα EP και ένα single) που τιτλοφορείται Jasmines & Blades κάνει ένα δυναμικό comeback, που η αλήθεια είναι ότι το χρειάζονταν. Ο νέος του δίσκος, λοιπόν, περιλαμβάνει «γκαζωμένες» rock & roll συνθέσεις (A Boy Named Johnny, Rock & Roll City, Ward 13), μελωδικές στιγμές (The Calling of the Jackal, Elevation Blue, Ballad of the Pixies) καθώς και δυο προσεκτικά επιλεγμένες και εκτελεσμένες διασκευές (στο 40 Miles of Bad Road των Dead Moon και στο People Who Died του Jim Carroll). Το πάθος και η ενέργεια περισσεύει σε όλη τη διάρκεια του άλμπουμ, ενώ τα τραγούδια χαρακτηρίζει η όλο και πιο βραχνή ερμηνεία του Κώστα Αναγνωστόπουλου, ο οποίος είναι πια το μοναδικό μέλος από το αρχικό trio και πλέον έχει στο πλευρό του τον Νίκο Κεντζέα (μπάσο) και τον Σπύρο Δουλγερίδη (τύμπανα), εμπειρότατους μουσικούς και με αμέτρητες συμμετοχές σε ντόπια γκρουπ αμφότεροι. Παρών (έστω και αθόρυβα) είναι και εδώ, για άλλη μια φορά, ο Αλέξης Καλοφωλιάς, ο οποίος τους ενισχύει με κάθε ευκαιρία από την πρώτη μέρα. Έχοντας παρακολουθήσει το σχήμα από την αρχή της πορείας του, μπορώ να ισχυριστώ με βεβαιότητα πως η παρούσα είναι καλύτερη ηχογράφηση του και παράλληλα ένα δίσκος που θα ευχαριστηθούν όσοι αρέσκονται σε rock & roll ήχους με old school προσέγγιση.
Monovine – D.Y.E. (Self Release, 2018)
Το ντεμπούτο των Monovine (Cliche, 2011) μας είχε πραγματικά ενθουσιάσει. Διέθετε νεύρο, ορμή και κυρίως ένα ήχο που μας ήταν πολύ οικείος. Το γκρουπ, που τότε είχε ακόμα ως έδρα την Πάτρα, φημιζόταν επίσης για τα γεμάτα ένταση live του, κάτι που είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε σε πολλές περιπτώσεις. Τα επόμενα χρόνια το σχήμα χάθηκε σταδιακά από το ραντάρ μας (στο μεταξύ αποχώρησαν τα 2/3 της μπάντας), με αποτέλεσμα το δεύτερο άλμπουμ του (Swallow, 2014) να το πάρουν είδηση λίγοι. Τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει το αρχικό line up (Στράτος, Ξενοφώντας, Σωτήρης) και το συγκρότημα επιχειρεί μια δυνατή επανεκκίνηση. Το τρίτο τους πόνημα D.Y.E. στην ουσία σηματοδοτεί μια νέα αρχή. Εδώ βρίσκουμε ξανά γνωστά στοιχεία και υλικά, ξεκινώντας από την βαθιά επιρροή του grunge στον ήχο τους, την ακλόνητη πίστη τους στους Nirvana και τον Cobain, ιδιαίτερα στην punk πλευρά τους. Συνθέσεις σαν τα Mellow, Throw Me A Bone και Why Don’t You Shoot Me In The Head διαθέτουν τη γνώριμη ορμητικότητα και εκρηκτικότητα του trio, που βασίζεται στις καταιγιστικές κιθάρες, τα punk περάσματα και τα δυνατά refrain. Την πιο σκοτεινή πλευρά τους τη συναντάμε στα Void και Your Figure Smells, στα οποία η ένταση καταλαγιάζει ελαφρώς. Τα σχεδόν 40 λεπτά που διαρκεί D.Y.E. είναι υπεραρκετά για να παρουσιάσουν καθαρά την σημερινή οπτική του γκρουπ, τώρα πια είναι στο χέρι των ίδιων να μπουν ξανά γερά στο «παιγνίδι» και το κυριότερο να παραμείνουν στο οπτικό μας πεδίο.