Η δραματική Παρασκευή και 13 Νοεμβρίου του 2015 έχει πλέον χαραχτεί στη συλλογική μνήμη και η συναυλία των Dødheimsgard την ίδια μέρα δεν βοήθησε ώστε να έχουμε μία έστω καλή ανάμνηση από εκείνη την ημέρα. Πριν το ξεκίνημα κιόλας, τα πάντα φαίνονταν να παίρνουν μια προβληματική κατεύθυνση. Οι πόρτες του Fuzz Club άνοιξαν με ασυνήθιστη καθυστέρηση για τα μοντέρνα, αρκετά πιο τυπικά, συναυλιακά δεδομένα της Ελλάδας: μιάμιση ώρα μετά την προκαθορισμένη, πράγμα που επηρέασε το χρονοδιάγραμμα του live αλλά καθόλου τη διάθεση όσων περίμεναν υπομονετικά έξω από το venue. Βέβαια όλοι προσπαθούσαν να εντοπίσουν τους λόγους της τόσο μακράς καθυστέρησης και, εκ του αποτελέσματος, τα στοιχήματα τα κέρδισαν μάλλον όσοι υπέθεσαν προβλήματα στο soundcheck των συγκροτημάτων. Μπαίνοντας επιτέλους στο χώρο, διαπιστώσαμε πως όλα τα συγκροτήματα έφεραν προς διάθεση “δυνατό” merchandise, το οποίο τιμήθηκε δεόντως από τους παρευρισκόμενους που είχαν προβλέψει ορθά και είχαν αποθηκεύσει σε ασφαλές σημείο χρήματα για τις εντός του live αγορές. Το Fuzz αποδείχτηκε κάπως μεγάλο για το συγκεκριμενο live, όχι επειδή το κοινό είχε αρκετό χώρο να στήσει ένα πρόχειρο “διπλό” με μια μπάλα ποδοσφαίρου (500-600 άτομα βρέθηκαν στον χώρο, ενώ ο εξώστης ήταν κλειστός), αλλά γιατί αυτό το live “ζητούσε” μια πιο ζεστή ατμόσφαιρα για κοινό και μπάντα.
Πιθανότατα ελάχιστοι γνώριζαν τους Shibalba, ένα συγκρότημα (project σωστότερα) άμεσα σχετιζόμενο με τους black metallers Acherontas, το οποίο κράτησε την σκοτεινή ατμόσφαιρα από τη “μητρική” μπάντα. Η εμφάνισή τους δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “συναυλία” από κανέναν λεξικογράφο του κόσμου αυτού. Ήταν κατά κύριο λόγο μία τελετή με ambient μουσικό υπόβαθρο. Δεν θα διακινδυνεύσω να εντοπίσω τον στόχο των επικλήσεών της, όμως οι υποθέσεις στις υποψήφιες επιλογές είναι δωρεάν - τα αρχαία πνεύματα, ο Σκοτεινός Άρχων, ίσως η Σελήνη που δέσποζε στο background πλήρης και προοδευτικά περνούσε από όλες τις φάσεις έως την τελική Νέα Σελήνη. Οι τελετάρχες/ιερείς είχαν καλυμμένα τα πρόσωπα, κινούνταν με αργά βήματα, έπαιζαν διάφορα όργανα από τύμπανα μέχρι didgeridoo και μουρμούριζαν ακατάληπτες (κυρίως) λέξεις καθώς κράδαιναν διάφορα σύνεργα, όπως νεκροκεφαλές σημειωμένες με διάφορα σύμβολα, μαχαίρια, κεριά και λιβάνια. Η τελετή είχε, όπως καταλαβαίνετε, απόλυτα μυστηριακό χαρακτήρα, όλα φαίνονταν πολύ καλά επιμελημένα για τη δημιουργία ατμόσφαιρας και τον στόχο τους τον πετύχαιναν - εκτός αν το μάτι σου έπεφτε (που δεν υπήρχε περίπτωση να μην έπεφτε) πάνω στο φωτισμένο σήμα της Apple στο laptop δεξιά της σκηνής. Μπορεί να αποτελεί λεπτομέρεια, αλλά ένα τόσο ξένο σώμα αποπροσανατολίζει από την αίσθηση της τελετής, ιδιαίτερα μίας τόσο προσεγμένης. Η performance έληξε με αρκετά ζεστό χειροκρότημα από το κοινό. Το πόσοι τελικά ήθελαν ή κατάφεραν πραγματικά να προσλάβουν το μήνυμα και να μπουν στο κλίμα της, είναι άλλου ιερέα ευαγγέλιο και δεν αφορά εκείνους που την παρουσίαζαν.
Η συνέχεια με τους Thy Darkened Shade προμηνυόταν πιο ορθόδοξη, με την κυριολεκτική έννοια του όρου - ή πολύ λιγότερο, με την εκκλησιαστική. Εδώ η σκοτεινή μουσική αποκτά black metal φόρμες όπως τις μάθαμε από τους διαμορφωτές του είδους, πινελιές τύπου Thorns και μία death metal μυρωδιά στα φωνητικά του μυστηριώδους The A. Και εκείνοι φρόντισαν ώστε στην σκηνή να βρίσκεται ένα τραπεζάκι με κάποια αντικείμενα (π.χ. κεριά και ομοιώματα νεκροκεφαλών ως κηροπήγια) που θα τους ενέπνεαν με κάποιο μυστηριακό τρόπο και θα έδιναν έναν τόνο dark ατμόσφαιρας στην σκηνική τους παρουσία. Eδώ τα πρόσωπα όλων των μουσικών ήταν καλυμμένα με μάσκες που κατέληγαν σε μακρύ ράμφος πτηνού, εκτός βέβαια από τον frontman ο οποίος είχε βαρύ makeup νεκρού γενειοφόρου μοναχού. Δεν θα πούμε ψέματα, η εμφάνιση των Thy Darkened Shade έδωσε ελπίδες για το μέλλον της μπάντας: καλοί παίχτες όλοι οι μουσικοί, με συνοχή (κι ας ήταν η πρώτη φορά που εμφανίζονταν μπροστά σε κοινό, όπως και οι Shibalba) και έναν τραγουδιστή με νεύρο αν και όχι ιδιαίτερα κινητικό. Δυστυχώς ο ήχος - πηχτός, χωρίς διακριτότητα - τους έριξε ένα επίπεδο κάτω από αυτό που ίσως θα επιθυμούσαν και οι ίδιοι ώστε να παρουσιάσουν τα δύο άλμπουμ τους (και ιδιαίτερα το πολύ καλό δεύτερο Liber Lvcifer I: Khem Sedjet).
Λίγα λεπτά αφού οτιδήποτε αφορούσε τους Thy Darkened Shade απομακρύνθηκε από την σκηνή, είδαμε τον τεχνικό της κιθάρας των Dødheimsgard να ρυθμίζει τον ήχο της… γνωστή φυσιογνωμία όμως… “ρε σεις, ο Vicotnik είναι αυτός!”. Πράγματι, χωρίς καμία εντυπωσιακή εισαγωγή ή παρουσίαση, οι Dødheimsgard είχαν ανέβει στην σκηνή για να κάνουν ένα μίνι soundcheck. Μαζί τους και ο Aldrahn με πλήρη συναυλιακή εξάρτυση και μακιγιάζ. Κάπου εδώ έρχεται μομφή προς το κοινό του συγκεκριμένου live. Θεωρείται πως έχεις μια εικόνα για την μπάντα που έρχεσαι να δεις ζωντανά, ιδιαίτερα αν αυτοί είναι οι Dødheimsgard, οι οποίοι απευθύνονται σε πολύ συγκεκριμένο κοινό που τους έχει αγαπήσει για συγκεκριμένους λόγους, που (εδώ προβάλλω βέβαια και δικές μου σκέψεις) περίμενε με αγωνία αυτό το live για να τους δει με τον “κανονικό” τραγουδιστή τους, μία έντονη φωνητική προσωπικότητα, και μάλιστα μετά από το A Umbra Omega, έναν δίσκο-επιστροφή αντάξιο του ονόματός τους. Η αδιάφορη έως ψυχρή αντίδραση από την μεγαλύτερη μερίδα του κοινού στη θέα των δύο μεγάλων προσωπικοτήτων των Νορβηγών δεν συνάδει με τα παραπάνω. Γίναμε πλέον τόσο αυστηροί ως κοινό; Καταρρίψαμε εν μία νυκτί τα “είδωλα” και περιμένουμε να δούμε πρώτα και να αποθεώσουμε αργότερα; Όλοι οι παρευρισκόμενοι είχαν ξαναδεί με αυτήν την σύνθεση τους Dødheimsgard ή πήγαν για μπύρες μαζί τους το προηγούμενο βράδυ;
God Protocol Axiom για το ξεκίνημα, λοιπόν και ήδη φαινόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά: ο ήχος ακουγόταν απελπιστικά κενός. Θα μπορούσε να φταίει η απουσία δεύτερης κιθάρας, αλλά ο συνδυασμός κιθάρα-καλώδια-ηχείο από την πλευρά του Vicotnik φανέρωνε αδυναμία να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του live. Συν ότι ο Aldrahn συνεχώς υποδείκνυε στον ηχολήπτη να ανεβάσει την ένταση στα μόνιτορ, διότι προφανώς δεν άκουγαν οι μουσικοί τι έπαιζαν – εξ ου και τα αρκετά λάθη που γίνονταν ακουστά και σε μη πεπαιδευμένα αυτιά. Ειδικά το The Crystal Spectre, μια από τις αρκετές στιγμές του μακρινού παρελθόντος της μπάντας, κυριολεκτικά κατακρεουργήθηκε, σαν να άκουγες ερασιτεχνική μπάντα. Μεγάλο μέρος του fan favourite Ion Storm παίχτηκε με την κιθάρα του Vicotnik απούσα λόγω - το μαντέψατε - τεχνικού προβλήματος. Ο John Vooren στα drums (επονομαζόμενος Sekaran aka Terghi στα credits του A Umbra Omega...) είναι πάντα μία δυνατή λυση στα μετόπισθεν, ακόμη κι αν τα triggers στις μπότες εξέπεμπαν την όχι τόσο καλοδεχούμενη “πλαστικούρα” που χαρακτηρίζει τον ήχο των drums στο τελευταίο άλμπουμ, συνεργαζόμενος πολύ καλά με τον “νέο” Lars Emil Måløy στο μπάσο, τουλάχιστον όταν μπορούσαμε να αφουγκραστούμε αυτήν την συνεργασία.
Ας ακουστεί όμως και μια καλή κουβέντα. Στην πρώτη φορά που είδαμε τον Aldrahn ζωντανά μπροστά μας, είδαμε ένας πολεμιστή (του Σκότους;) όπως τον οπτικοποιεί η παράδοση των manga: κόκκινος-μαύρος ρουχισμός, έντονο “καρφωτό” βλέμμα, κινήσεις που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Όταν δεν κρατούσε μικρόφωνο, έπαιρνε το ρόλο ενός ογκώδους μαέστρου μιας ορχήστρας, που περισσότερο υποδεικνύει στο κοινό σε ποιο σημείο του πενταγράμμου βρίσκονται οι νότες που φτάνουν στα αυτά τους παρά διευθύνει (αυτό είναι προφανώς δουλειά του Vicotnik), κινούταν αέρινα σαν να προετοίμαζε πτήση και γενικώς γέμιζε την σκηνή με την παρουσία του. Όταν έβγαζε φωνή για να αποδώσει λεκτικά το νόημα της μουσικής, ήταν αυτό που περιμέναμε: ένας μανιακός τραγουδιστής με έντονο το θεατρικό στοιχείο, ευρισκόμενος σε έναν δικό του κόσμο και με αρκετές χαλαρές ή στριμμένες “βίδες”, στεντόρειος και αγωνιώδης ταυτόχρονα, συγκλονιστικός frontman όπως και να τον έβλεπε κανείς.
Το Traces Of Reality, ένα πολύ προσωπικό τραγούδι για τον Aldrahn, αφού μιλάει για την εμπειρία του με τα παραισθησιογόνα (όπως διαβάσατε και στο αφιέρωμα που κάναμε - σχετικά με τον Aldrahn, όχι με τα παραισθησιογόνα) έκλεισε ανέλπιστα ιδανικά (σε σχέση με τα όσα προηγήθηκαν) το κανονικό σετ και εν τέλει την βραδιά - διότι στο τέλος δεν είχαμε encore, άσχετα αν αναγραφόταν στα επί σκηνής “σκονάκια” του setlist . Ίσως έφταιξαν τα πολλά τεχνικά προβλήματα που κούρασαν την μπάντα, ίσως και η είδηση από τις τρομοκρατικές ενέργειες στο Παρίσι (υποθέτουμε πως κάπως το έμαθαν εν μέσω του live) να βάρυνε τη διάθεσή τους. Ο Vicotnik κατέβηκε στο κοινό για να χαιρετήσει τις πρώτες σειρές ζητώντας παράλληλα συγγνώμη για το κακό και ελλιπές live που είδαμε. Ομολογουμένως όμορφη κίνηση, αλλά μακάρι να μην χρειαζόταν να δώσουμε εύσημα για αυτόν τον λόγο και να πήγαινε καλύτερα η συναυλία. Μάθαμε πως οι φίλοι στην συμπρωτεύουσα τους απόλαυσαν όπως έπρεπε την επόμενη ημέρα, άρα φάνηκε πως η Αθήνα ήταν όντως μια κακή παρένθεση και οι Νορβηγοί δεν το έχουν "χάσει".
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής