Για τους αρεσκόμενους στην μουσική (παρα)φιλολογία, ο Dave Mustaine είναι ένας μουσικός αναμφισβήτητα κορυφαίας κλάσης που στις απόψεις του όμως, εμφανίζεται μπερδεμένος, έχοντας κατά καιρούς ασπαστεί - και φανερώσει μέσω των στίχων, liner notes των δίσκων και των συνεντεύξεών του - απόψεις που απαντώνται σε άκρως διαφορετικά “στρατόπεδα”. Συμβιβάζεται π.χ. η αντιπολεμική ρητορική του Rust In Peace με τις επικίνδυνες αρλουμπολογίες του Donald Trump; Για να μην πούμε για το σύμπλεγμα κατωτερότητας που (σύμφωνα με όχι τόσο αβάσιμες θεωρίες) ακόμη εμφανίζει απέναντι στους Metallica, από τους οποίους και αποχώρησε πριν κυκλοφορήσουν το 1ο τους δίσκο (η παραπάνω πληροφορία είναι μία δωρεάν προσφορά του γράφοντος σε όσους επιμένουν να ζουν στις σπηλιές τα τελευταία 40 χρόνια). Άκρη δεν πρόκειται να βρεθεί στο ξετύλιγμα του κουβαριού του μυαλού του ανδρός, οπότε μένουμε στα μουσικά για τον οποία άλλωστε αγαπήσαμε αθεράπευτα τους Megadeth μεταξύ 1986 και 1997. Για αυτούς τους λόγους το Academy της Πειραιώς 117 γέμισε 40άρηδες το βράδυ της Τρίτης και για το νέο άλμπουμ Dystopia - ο φόρος τιμής του Mustaine στη δική του πορεία στα 90s - συγκεντρώθηκαν πολλοί αμούστακοι αλλά επαρκώς μακρυμάλληδες πιτσιρικάδες, δημιουργώντας το γνωστό κλίμα μιας metal συναυλίας πριν ακόμη αυτή ξεκινήσει, χειροκροτώντας, φωνάζοντας το όνομα των Megadeth και του Mustaine εν είδει πρόσκλησης και “άντε βγείτε”, αλλά και τραγουδώντας παθιασμένα ακόμη και στα κομμάτια της προθέρμανσης (βέβαια, εδώ που τα λέμε, πόσες επιλογές σου μένουν όταν σκάει από τα ηχεία σε full ένταση το Ace Of Spades;).
Μία εικονική έκρηξη στις οθόνες πάνω στην σκηνή έδωσε το εναρκτήριο σήμα για το all-time classic Hangar 18. Τον πανζουρλισμό σε όλο σχεδόν το venue μπορείτε να τον συμπεράνετε εύκολα στο άκουσμα του εναρκτήριου ρυθμικού riff ενός κομματιού που σε βάζει στο κλίμα από το πρώτο χιλιοστό του δευτερολέπτου (αλήθεια, χρειαζόσαστε εμένα για να σας πω αυτό;). Το κοινό τραγουδάει σε πλήρη ένταση μαζί με τον Mustaine και, από τις αντιδράσεις του, μοιάζει να αποδέχεται τον εξαίρετο Βραζιλιάνο Kiko Loureiro (των θρυλικών Angra) ως άξιο δεύτερο κιθαρίστα της μπάντας. Μιλάμε για έναν κιθαρίστα με speed/power παρελθόν, ξεκάθαρο ήχο, έμπνευση για όμορφα κιθαριστικά μέρη και, στην περίπτωσή μας, άρτιο εκτελεστή των μερών που του έχουν δοθεί. Ο Loureiro βγήκε αρκετές φορές μπροστά, έστω κι αν αυτό ούτε καν χρειαζόταν για να τραβήξει το ενδιαφέρον.
Οι κιθάρες, στα ρυθμικά μέρη τους τουλάχιστον, θάβονταν κάτω από τον μάλλον μέτριο ηχητικό διαχωρισμό, όμως μπάσο, ντραμς (του περιζήτητου session μουσικού Dirk Verbeuren των Soilwork) και solo ακούγονταν δυνατά και πολύ καθαρά. Όσο για τη φωνή… όσο χαμηλότερα τόσο καλύτερα, θα λέγαμε! Φυσικά πρόκειται περί αστεϊσμού, διότι παρά τις παθογένειές της πρόκειται περί άκρως σημαντικού στοιχείου στη μουσική και τον όλο ήχο των Megadeth. Μην περιμένετε βέβαια ποιοτικώς πολλά από τη φωνή του Mustaine, αν και την Τρίτη (έστω και με μία ελαφρά βοήθεια από τη σύγχρονη τεχνολογία) αναλογικά απέδωσε αξιοπρεπέστατα και σίγουρα όχι ενοχλητικά. Ήταν φανερό φυσικά πως δυσκολεύτηκε κάπως στα πολύ παλιά κομμάτια, προφανώς στα πιο υψίσυχνα σημεία της thrash περιόδου, αλλά αυτό περιμέναμε να πάρουμε, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο, και είτε το αγαπάς είτε το μισείς. Eπέμενε να καλεί το Dystopia “MY new album”, αν μη τι άλλο φράση ενδεικτική του σημερινού status quo στους Megadeth. Όχι ότι αμφισβητήθηκε ποτέ η αρχηγία του στο συγκρότημα που δημιούργησε και φυσικά στήριξε ο ίδιος, αλλά πλέον ο Mustaine φαίνεται πιο συγκεντρωτικός από ποτέ.
Πρέπει και οφείλουμε να αποδώσουμε τα εύσημα στο κοινό που βρέθηκε στο Academy τιμώντας με την παρουσία του τους Megadeth, αλλά και τις αντιδράσεις του - κυρίως αυτές. Ακόμη τα κομμάτια του Dystopia αντιμετωπίστηκαν από το κοινό, ως ένα σημείο, ως δυνητικά classics. Για τα κανονικά classics οι πανηγυρισμοί, ο χορός, η συμμετοχή, η ρυθμική συνοδεία στο απλό αλλά ιστορικό riff του Symphony Of Destruction με την ιαχή “ME-GA-DETH” (για να αναφέρουμε ένα από τα πλέον αξιομνημόνευτα σημεία του live), δήλωναν την φανερή αγάπη του ελληνικού κοινού προς την μπάντα του Dave Mustaine, μια αγάπη που βέβαια κρατάει από τα πρώτα χρόνια και μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά μεταλλάδων. Η μισή επιτυχία του live οφείλεται σε αυτό το κάθιδρο και, στο τέλος της βραδιάς, βραχνιασμένο κοινό. Ας υπήρχε μονάχα λίγο καλύτερος κλιματισμός στο χώρο, διότι ο ιδρώτας δεν είναι προαπαιτούμενο για τους πιο “ήρεμους” παριστάμενους.
Το πλήρες setlist θα το βρείτε στο τέλος αυτού του κειμένου, αποτελούμενο από μία δυνατή μίξη Dystopia και ιστορικών παλαιότερων “ασμάτων”. Αξίζει όμως να σταθούμε περισσότερο στα κομμάτια που έκλεισαν το live, δύο ύμνους αυτού του ήχου, οι οποίοι στιχουργικά έρχονται μάλιστα σε αντίθεση με την τυποποιημένη εικόνα που ακόμη και σήμερα έχει ο κόσμος για το metal. Ο λόγος φυσικά γίνεται για τα Peace Sells και Holy Wars...The Punishment Due, κομμάτια που πραγματεύονται έννοιες που, δυστυχώς, παραμένουν επίκαιρες σήμερα και αποτελούν ένδειξη πως ο κόσμος μας βρίσκεται στα ίδια, αν όχι χειρότερα, χάλια με 25-20 χρόνια πίσω. “If there’s a new way, I’ll be the first in line, but it’d better work this time” - δε σας θυμίζει τις κραυγές αγωνίας του απλού λαού για ανασύνταξη, αλλά και την κατ’ ουσία απάθειά του, όταν πρέπει να δράσει; Στίχοι για σεμινάριο, απλοί μεν ουσιαστικοί δε, και ευκαιρία για μουσική εκτόνωση μέσα από απλά στακάτα riffs. Αντίθετα, το Holy Wars του encore ήρθε με υπερ-γρήγορα riffs, πολλές αλλαγές και διαχρονικούς προβληματισμούς που ξεφεύγουν από το στενό πλαίσιο μίας απλής metal σύνθεσης (γνωστές φυσικά οι ιστορίες πίσω από το κομμάτι και οι επιρροές από τα comics, δε θα αναφερθούμε εδώ σχετικά). Όπως πάντα, ο επίλογος της συναυλίας γράφτηκε από τον ίδιο τον Mustaine μόνο του πάνω στη σκηνή: “You’ve been great, we’ve been Megadeth”
Τα καλλιτεχνικά μεγαλεία του παρελθόντος έχουν φυσικά παρέλθει και δεν αναμένεται να επιστρέψουν. Όμως οι Megadeth παραμένουν υπολογίσιμη δύναμη όσο ο Mustaine έχει όρεξη και τους κρατάει ενεργούς. Προσωπικά δεν αναμένω με ιδιαίτερη αγωνία τα επόμενα βήματά τους εδώ και κάποια χρόνια, όμως όσο κυκλοφορούν (-εί) υλικό που μπορεί να σταθεί με αξιοπρέπεια δίπλα στα κλασικά τους άλμπουμ και όσο επιλέγουν(-ει) τους μουσικούς του από μια βάση σπουδαίων μουσικών (και ο Loureiro και ο Chris Broderick, για να μείνουμε στους νεότερους κιθαρίστες, αποτελούν σπουδαίες περιπτώσεις που έδωσαν φρέσκια πνοή στην μπάντα), κρατώντας πάντα τον μπασίστα Dave Ellefson ως απαραίτητη προϋπόθεση και συνδετικό κρίκο, το λιγότερο που μπορώ να κάνω είναι να τιμώ τις συναυλίες τους.
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής