Τετάρτη, 14 Φεβρουαρίου 2018 17:49

Live Review: SKG Fest @ Gagarin 205 Live Music Space, 9 & 10/2/2018

Written by 

Το διήμερο SKG Fest πραγματοποιήθηκε το περασμένο Παρασκευοσάββατο στο Gagarin, φιλοξενώντας 8 ονόματα από τη Θεσσαλονίκη, σε μια διοργάνωση βασισμένη σε μια ιδέα του Γιώργου Χριστιανάκη. Το μουσικό παρελθόν της πόλης συναντήθηκε με παρόν, σε έναν συνδυασμό, αν μη τι άλλο, ενδιαφέροντα.

1η Μέρα: Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου

 

Το φεστιβάλ ξεκίνησε με τους πειραματικούς ήχους των Underwater Chess. Το ντουέτο αποτελείται από τους Μιχάλη Βρέττα (βιολί) και Πάνο Παπάζογλου (κιθάρα), δύο ικανότατους μουσικούς με παρουσία σε αναρίθμητα σχήματα, και αποτελεί το όχημα έκφρασης των μουσικών αναζητήσεων τους. Διακηρυγμένος στόχος τους όπως μας τόνισαν «να παίζουμε και να ενοχλούμε όσο το δυνατόν περισσότερο εμάς και τους γύρω μας με τις κυκλοφορίες μας και τις ζωντανές μας εμφανίσεις». Υπό το συγκεκριμένο όνομα οι δυο τους έχουν τη δυνατότητα και κυρίως την ελευθερία να δοκιμάσουν πράγματα που σε άλλες συνθήκες δεν θα μπορούσαν. Οι δύο κυκλοφορίες τους (In Joy Your Fear – 2011 και Seriality – 2017) αποτελούν ουσιαστικά την πραγμάτωση της παραπάνω δήλωσης. Στο δε live είναι ακόμα πιο ελεύθεροι να αυτοσχεδιάσουν, να «πειράξουν» τους ήχους που παράγουν τα όργανα τους και εν τέλει να κάνουν το κέφι τους, όπως ακριβώς συνέβη στη σκηνή τους Gagarin, εντός ενός οικείου και φιλικού περιβάλλοντος.   

 

Δεύτερο όνομα της βραδιάς οι M.A.t.E. (Meetings Along the Edge), με βασικό χαρακτηριστικό, κι εδώ, την πειραματική προσέγγιση του ήχου. Στο μουσικό τους χαρμάνι αναμειγνύονται drum and bass, trip-hop, dubstep, electronica με την ευρεία της έννοια. Τα διαφορετικά ηχοχρώματα έχουν «δέσει» πετυχημένα στις δύο, μέχρι στιγμής, δουλειές του (Meetings Along the Edge – 2013 και Transitions - 2016) και η μουσική τους ακούγεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα ζωντανά, άλλωστε όπως είπαν οι ίδιοι στη συνέντευξη που μας παραχώρησαν. η ουσία των κομματιών τους βρίσκεται στη ζωντανή απόδοση τους. Αυτός που μας εντυπωσίασε πραγματικά στο live τους ήταν ο τρομερός drummer τους, ο οποίος έμοιαζε η κολώνα του μουσικής τους με το καταπληκτικό παίξιμο του. Από την άλλη η τραγουδίστρια τους ξεχώρισε για την υπερκινητικότητα και την εκφραστικότητα της (μέχρι και κοκκινοσκουφίτσα ντύθηκε για της ανάγκες του ρόλου…).

 

Αλλαγή ύφους αμέσως μετά, με τις κιθάρες να αναλαμβάνουν πια τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σειρά λοιπόν για τους Alien Mustangs που ακολουθούν πιστά τις διδαχές του garage/ psych ήχου. Μπορεί ακόμα να μην έχουν κυκλοφορήσει ολοκληρωμένη δουλειά ωστόσο τα single/ EP τους είναι δηλωτικά τους ύφους και της κατεύθυνσης τους. Οι δυο πρώτες συνθέσεις που ακούσαμε ζωντανά έμοιαζαν τυπικό garage, όμως στη συνέχεια κι αφού χαλάρωσαν κι οι ίδιοι η ψυχεδέλεια ήρθε στο προσκήνιο με θεαματικά αποτελέσματα. Μακρόσυρτα κομμάτια που κατέληγαν σε «χάσιμο» και σίγουρα δεν άφηναν ασυγκίνητους τους παρευρισκόμενους. Αν τα επόμενα βήματα τους κινηθούν σε ανάλογα μονοπάτια τότε θα κερδίσουν οπωσδήποτε περισσότερη προσοχή. Πέραν του κιθαριστικού ντελιρίου που επιδόθηκαν στο φινάλε εκτιμήσαμε και την καταστροφική διάθεση με την οποία έκλεισε θεαματικά το live τους.      

 

Κακά τα ψέματα, οποιοδήποτε φεστιβάλ που έχει ως επίκεντρο ή περιστρέφεται γύρω από τη σκηνή της Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να μην περιλαμβάνει τον Γιάννη Αγγελάκα και γενικότερα την ομάδα που μεγαλούργησε μέσω των Τρυπών, πόσο μάλλον όταν αυτό βασίζεται σε έναν άνθρωπο που υπήρξε μέλος της όπως ο Γιώργος Χριστιανάκης. Επιβεβλημένη λοιπόν η παρουσία του Αγγελάκα και για λόγους ουσιαστικούς αλλά και εμπορικούς (μην ξεχνάμε ότι διατηρεί ένα πιστό πυρήνα ακροατών που γεμίζουν πάντα τους χώρους που εμφανίζεται). Η συγκεκριμένη εμφάνιση του είχε μάλιστα την ιδιαιτερότητα να είναι η μοναδική της χειμερινής περιόδου με τη συνοδεία της τωρινής του μπάντας 100 °(ο Αγγελάκας εμφανίστηκε ήδη στην Αθήνα και θα ξαναεμφανιστεί σύντομα αλλά με το project του με τον τσελίστα Νίκο Βελιώτη).  Βεβαίως, ήταν γνωστό πως στη συγκεκριμένη περίσταση ο χρόνος θα ήταν περιορισμένος, λίγο παραπάνω από τα 45 λεπτά που είχαν στη διάθεση τους όλα τα υπόλοιπα ονόματα (η διάρκεια του live έφτασε τελικώς τη 1 ώρα και 10 λεπτά, δηλαδή περίπου η μισή από τις κανονικές τους συναυλίες) αλλά αυτό επ’ ουδενί περιόρισε τη θέληση του κόσμου να τον δει ζωντανά.

 

Ως προς τη διάρθρωση του live διατηρήθηκε η συνήθης ροή, ξεκινώντας με το Μονάχα από τη Λύπη σου από την πιο πρόσφατη κυκλοφορία του Ήσυχα Τραγούδια Για Ανέμελα Λιβάδια (2016), περνώντας σταδιακά σε παλαιότερες ηχογραφήσεις του όπως τα Δικαιοσύνη, Αιρετικό, Γλέντι, Σαράβαλο, Σιγά μην Κλάψω, Ο Χαμένος τα Παίρνει Όλα, για να καταλήξει στα διαχρονικά κομμάτια των Τρυπών, το Τρένο και το Θα Ανατέλλω (με το οποίο έκλεισε το κύριο μέρος της συναυλίας). Στο encore, όπως συνηθίζει, τίμησε την μπάντα του που κυριάρχησε για χρόνια στην εγχώρια σκηνή, με την Ταξιδιάρα Ψυχή, όπου η συνεισφορά του περιορίστηκε στον εναρκτήριο στίχο «Λονδίνο, Άμστερνταμ ή Βερολίνο» καθώς στη συνέχεια απόλαυσε το τσιγάρο του ακούγοντας το κοινό να τραγουδά σύσσωμο τους στίχους, αμέσως μετά το Ακούω την Αγάπη, που πάντοτε ζητάει ο κόσμος με πάθος, και τέλος τη Γιορτή να κλείνει πανηγυρικά τη βραδιά.

 

2η Μέρα: Σάββατο 10 Φεβρουαρίου

 

Με Γιάννη Αγγελάκα έκλεισε η πρώτη μέρα του φεστιβάλ, με Μπάμπη Παπαδόπουλο άνοιξε η δεύτερη, έτσι για να υπάρχει μια συνέχεια. Ο εορτάζων, το Σάββατο, Μπάμπης Παπαδόπουλος εμφανίστηκε μόνος του, χωρίς το γκρουπ που συνήθως τον συνοδεύει, πράγμα που αυτομάτως σημαίνει ότι μιλάμε για ηλεκτρικό live (electric solo, όπως το ονομάζει). Με μοναδικά του εφόδια την ηλεκτρική κιθάρα του, τα εφέ και τις λούπες του ο Παπαδόπουλος επί ένα 40λεπτο παρήγαγε κιθαριστικά riff και μελωδίες περνώντας από τις ψυχεδελικές εξάρσεις του Neil Young (τιμώντας το μπλουζάκι που φορούσε…), σε σκληρότερους ήχους και φασαριόζικα περάσματα για να καταλήξει σε παραμορφωμένα ρεμπέτικα (που μόνο ξένα δεν του είναι, όσοι έχουν παρακολουθήσει την πορεία του, το γνωρίζουν καλά). Τέτοιου είδους εμφανίσεις αποτελούν συνήθως την εξαίρεση για τον ίδιο καθώς με την μπάντα του περιορίζεται στην ακουστική κιθάρα και σε εντελώς διαφορετικές ηχητικές κατευθύνσεις, μοιάζει λοιπόν σαν να αποτελούν κατά κάποιον τρόπο ένα είδος εκτόνωση του. Σε κάθε περίπτωση ίδρωσε και με το παραπάνω τη φανέλα (το μπλουζάκι Neil Young συγκεκριμένα) και έδειξε να τα απολαμβάνει, όπως κι εμείς από κάτω.

 

Σε όλα τα φεστιβάλ, ιδιαίτερα σε αυτά που φιλοξενούν πολλά ονόματα, μεταξύ των οποίων και λιγότερα γνωστά, στο κοινό υπάρχει πάντα η περιέργεια  της ανακάλυψης νέων καλλιτεχνών. Κάποιου μουσικού ή μπάντας για τον οποίο γνωρίζεις λίγα πράγματα και τελικά καταφέρνει να σε κερδίσει ολοκληρωτικά. Τον άτυπο τίτλος της έκπληξης του φεστιβάλ το κέρδισαν στην παρούσα περίπτωση με ευκολία οι Psychedelic Trips To Death. Το trio (κιθάρα – μπάσο – ηλεκτρονικά) που μετρά ήδη δύο άλμπουμ (Malibu – 2012 και Blood for Blood – 2017) συν ένα EP (Love and Death– 2014) εντυπωσίασε με τις σκοτεινές νευρώδεις συνθέσεις του που πατούσαν γερά στη shoegaze και post punk παράδοση, στην μοντέρνα εκδοχή τους βέβαια, όπως την έχουν παρουσιάσει μπάντες όπως οι A Place To Bury Strangers και Soft Moon. Τι κι αν έλειπαν τα τύμπανα από το βάθος της σκηνής, τα καταιγιστικά ηλεκτρονικά beats κάλυπταν το κενό, ενώ την ίδια στιγμή το στιβαρό μπάσο και οι φασαριόζικες κιθάρες είχαν το δικό τους χώρο στο «χτίσιμο» των κομματιών. Με λίγα λόγια οι Psychedelic Trips To Death ήταν απολαυστικοί (μοναδικό μειονέκτημα η έλλειψη επικοινωνίας με το κοινό, που πάντα συμβάλει στο «σπάσιμο» του πάγου και στη δημιουργία οικειότητας), έκλεψαν τις εντυπώσεις κι από εδώ και πέρα δεν θα τους χάσουμε από τα ραντάρ μας.

 

Και κάπου εδώ έφτασε η ώρα για την πιο φαντασμαγορική στιγμή του διημέρου: την εμφάνιση των Johnny Carbonaras! Τα παιδιά είπαν να βάλουν κάτι ανάλαφρο και να βγουν στη σκηνή. Έτσι εμφανίστηκαν με ωραιότατα φορεματάκια και μίνι φουστίτσες προετοιμάζοντας μας για ένα αξέχαστο live... Στο μουσικό κομμάτι το γκρουπ επιδόθηκε σε ορμητικό surf rock με punk παρεμβολές, με το βροντερό μπάσο να δίνει το ρυθμό και το θέρεμιν να προσθέτει απόκοσμες παραμορφωμένες πινελιές. Το surf ως «προϊστορικό» είδος (μην λησμονούμε ότι ήταν από τα πρώτα κινήματα εντός του rock and roll) δεν σε προδιαθέτει για καινοτομίες και ρηξικέλευθες ιδέες, οπότε το σημαντικότερο είναι να αποδίδεται από τους μουσικούς με κέφι και μεράκι. Κρίνοντας βάσει αυτού, οι Johnny Carbonaras τα κατάφεραν καλά, «υποχρεώνοντας» τους θεατές να λικνίζονται στους ρυθμούς τους. Από εκεί και πέρα, δεν θα μπορούσαμε να μην αποδώσουμε τα εύσημα στην τεράστια μορφή, τον κιθαρίστα τους, Πάνο Παπάζογλου τόσο για το παίξιμο του όσο και για την αστείρευτη ενέργεια και τρέλα του. Άλλωστε ήταν ένα από τα πρόσωπα του φεστιβάλ αφού εμφανίστηκε με τρία διαφορετικά σχήματα (αν είχε κι άλλες μέρες το φεστιβάλ, θα μετρούσε σίγουρα ακόμα περισσότερες συμμετοχές στο line up).

 

Όπως κάθε σωστό φεστιβάλ σχετικά με τη Θεσσαλονίκη, έτσι και το SKG έκλεισε… με έναν Αθηναίο. Ο Ντίνος Σαδίκης βέβαια μπορεί να είναι Αθηναίος στην καταγωγή αλλά εδώ και χρόνια είναι μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης. Άλλωστε όταν ακούμε το όνομα του, πάντα στο μυαλό μας έρχεται η Θεσσαλονίκη. Όπως επίσης κάθε φορά που αναφέρεται ο Σαδίκης είναι αδύνατο η σκέψη να μην πάει στους Εν Πλω. Κάτι απολύτως δικαιολογημένο αφού ο μοναδικός δίσκος που κυκλοφόρησαν το 1989 θεωρείται πια ιστορικός για την Ελληνική δισκογραφία, κυρίως γιατί δεν έμοιαζε με οτιδήποτε άλλο παρότι οι αναφορές του ήταν ξεκάθαρες. Πραγματικά ήταν ευχάριστη η συγκυρία να ακούσουμε ένα μεγάλο μέρος του το βράδυ του Σαββάτου. Άλλωστε η δισκογραφία του Σαδίκη δεν είναι εκτεταμένη, οπότε είναι λογικό να τιμάει σε σημαντικό βαθμό στις συναυλίες του το άλμπουμ των Εν Πλω.

 

Συνθέσεις κοφτερές σαν τα Παγωμένο, Φίλοι, Φεύγεις, Φα# και φυσικά το εμβληματικό Χωρίς Κανόνα διατηρούν στο ακέραιο την δυναμική και την ένταση τους, ενώ οι «ηλεκτρισμένοι» στίχοι εξακολουθούν να βρίσκουν στόχο. Από κοντά τα Είχα Έρωτες, Δεν Ήταν Απαισιόδοξο Τραγουδάκι και οι Λαμαρίνες με τα αλλεπάλληλα φινάλε. Όσο για το κλείσιμο του live κρατήθηκε αναμενόμενα η μυθική διασκευή στο Αντιλαλούν οι Φυλακές του Μάρκου Βαμβακάρη. Τελικώς, ο Σαδίκης δεν χάλασε το χατίρι των επίμονων των μπροστινών σειρών και έπαιξε ένα ακόμα κομμάτι, το Σπασμένο Κέρμα. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι μουσικοί που τον συνόδευαν απέδωσαν το υλικό με  χαρακτηριστική ακρίβεια, νεύρο και αφοσίωση και σίγουρα η συμβολή τους δεν ήταν αμελητέα. Όσο για τον ίδιο τον Σαδίκη, η ενέργεια, το νεανικό πάθος και η αδιάκοπη κίνηση του επί σκηνής, τον έχουν κατατάξει στις ιδιαίτερες περιπτώσεις της εγχώριας σκηνής.

Κλείνοντας, δεν μπορούμε παρά να ευχηθούμε η συγκεκριμένη διοργάνωση να έχει και συνέχεια. Κάθε φεστιβάλ που στηρίζει την εναλλακτική σκηνή και μάλιστα με συγκεκριμένη κατεύθυνση και οπτική είναι σίγουρα ευπρόσδεκτο. Μπορεί στις πόλεις της περιφέρειας (ούτε καν στην Αθήνα, είναι η αλήθεια) να μην έχουν διαμορφωθεί σκηνές με συνοχή, διακριτά χαρακτηριστικά και ξεχωριστό ήχο αλλά πάντα υπάρχουν σχήματα με ενδιαφέρον, που αναζητούν την ευκαιρία να ακουστούν σε μεγαλύτερο ακροατήριο. Δεν θα ήταν άσχημο να βλέπαμε στο μέλλον αντίστοιχες προσπάθειες και για άλλες πόλεις, πέραν της Θεσσαλονίκης.          

Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής (1η μέρα), Παναγιώτης Μαλαφής (2η μέρα)

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

 

 

Ο Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 (συγκεκριμένα τη χρονιά για την οποία έχει τραγουδήσει ο Jimi Hendrix), όταν πια οι Joy Division είχαν πάψει ήδη να υπάρχουν από καιρό (ευτυχώς υπήρχαν οι New Order!). Μετά από χρόνια αναζητήσεων ανακάλυψε αυτό που έψαχνε σε μια έρημο, έκτοτε λατρεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τους Kyuss. Πιστεύει ότι αν δεν υπήρχε το rock & roll θα έπρεπε να το έχουμε ανακαλύψει. Επίσης, είναι βέβαιος ότι ο Έλβις ζει κάπου ανάμεσα μας… 

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα