Στις 4 Ιουνίου του 1984 κυκλοφορεί ένας από τους πιο εμβληματικούς δίσκους όλων των εποχών, το 7ο LP του Bruce Springsteen και πασίγνωστο πλέον, Born in the USA. Το ίδιο καλοκαίρι, 39 χρόνια πριν, ο Κωστής Παπαϊωάννου αγοράζει το βινύλιο (ένα από τα πρώτα της δισκοθήκης) και αρχίζει να το οργώνει η βελόνα της Sony δύο, τρεις και τέσσερις φορές την ημέρα. Ήταν από τις σπάνιες (τότε) φορές που μαζί με το LP υπήρχε και το “lyrics sheet”. Έτσι μέσα σε λίγες μέρες ταυτίστηκα, αν και 13 χρονών, με τον μέσο αμερικάνο του New Jersey, της μικρής βιομηχανικής πόλης, του Βιετνάμ κλπ. τραγουδώντας φάλτσα φυσικά, όλα τα κομμάτια. Λόγω ηλικίας και παρά τα προηγούμενα 6 album, αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία με τον Boss (ποτέ δεν μου άρεσε το προσωνύμιο αυτό) που με αρκετές ταλαντώσεις και πολλά LP, είναι ένα ταξίδι που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Έτσι φτάσαμε πολύ σύντομα, μετά από 40 χρόνια περίπου, στην ανακοίνωση του world tour του 2023 και την άμεση απόφαση για το ταξίδι στη Ρώμη. Η αλήθεια είναι ότι δεν το σκέφτηκα πάρα πολύ και τελικά από τον Απρίλιο του 2022 μέχρι τον Μάιο του 2023 πολλά πράγματα άλλαξαν και αρκετά δυσάρεστα έχουν συμβεί. But when in Rome… do as the Romans do και έτσι χωρίς δεύτερες σκέψεις ξεκινήσαμε, άλλοι από Ελ. Βενιζέλος και άλλοι από αεροδρόμιο Μακεδονία.
Η Ρώμη ήταν γεμάτοι Αμερικάνους, Ρωμαίους και άπειρους Έλληνες. Αρκετοί για την συναυλία όπως και εμείς. Κανένας όμως δεν κατάφερε (κατά τύχη) να βρει κατάλυμα στα 150μ. (σύμφωνα με το google.maps) από το ξενοδοχείο του Springsteen, ο οποίος ευγενικά μας χαιρέτησε το προηγούμενο βράδυ (20/5) της συναυλίας.
Η τύχη μας χαμογέλασε και την επόμενη μέρα (21/5) καθώς οι καταιγίδες και η μαυρίλα σταμάτησαν προς το μεσημεράκι αλλά η λάσπη είχε πιάσει καλά στο Circo Massimo. Μετά από πολύ περπάτημα, cappuccinos, ρωμαϊκά & αναγεννησιακά αξιοθέατα και κουρασμένα πόδια φτάσαμε στο venue που παράλληλα (και κυρίως) είναι αρχαιολογικός χώρος (όπως σχεδόν ολόκληρη η Ρώμη). Ο Μεγαλύτερος (Massimo) ιππόδρομος ήταν γεμάτος (περίπου 60.000 attendance) Αμερικάνους, Έλληνες και κάποιους Ιταλούς. Οι ηλικίες, από εφήβους και τους γονείς τους, από γονείς με τα πολύ μικρά παιδιά τους μέχρι και τους παππούδες τους.
Η συναυλία ξεκίνησε πρωτοφανώς (τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα) στις 19:25, αντί στις 19:30. Σε non stop: My love will not let you down, Death to my hometown, No surrender και Ghosts… μέχρι να πέσει το σκοτάδι και να εξοικειωθούμε καλύτερα με τη λάσπη. Η παρέα (η Φιλίτσα, η Μάγια και ο Νίκος) αν και αρκετά κουρασμένη από τις προηγούμενες μέρες άρχισε να ζεσταίνεται. Μαζί με όλους εμάς αλλά δίπλα στη σκηνή, σύμφωνα με την Daily Mail και το Setlist.fm, οι Woody Harrleson, Chris Rock, Sasha Baron Cohen και Nick Cave.
Πρώτη σημαντική στιγμή που ξεχωρίζω, το Darkness in the edge of town, που δεν έπαιξε πολύ στο tour μέχρι τότε. Καθηλωτικός στο ξεχωριστό αυτό τραγούδι. Letter to you, The promised land, Kitty’s back… Δεύτερη ξεχωριστή στιγμή με το Nightshift, ένα ξεχασμένο, από το ευρύ κοινό, τραγούδι των Commodores (στην μετά Lionel Richie εποχή), φόρος τιμής για τον μοναδικό Marvin Gay και τον Jackie Wilson που έφυγαν το 1984. Τα φωνητικά της μαύρης χορωδίας και του Curtis King. Στη συνέχεια ο ρυθμός ανέβηκε με το Mary’s Place και το «πάρτυ» ξεκίνησε… Let it rain, let it rain… (κι έτσι δεν μας έβρεξε παραπάνω). Συνέχεια με The E street shuffle, Last man standing, Backstreets, Because the night, She’s the one. Σημείο αναφοράς τα Wrecking ball και The Rising σε φορτισμένες εκτελέσεις. Badlands και Thunder road για το «τυπικό» κλείσιμο του main act.
Μετά από έναν σύντομο χαιρετισμό και υποκλίσεις, ξεκίνησε άμεσα το “encore” με Born in the USA, Born to run, Bobby Jean, Glory days, Dancingin the dark (4 στα 5 από το Born in the USA). Περίπου στο Glory days (που αφορά σε περασμένα μεγαλεία όπως θα λέγαμε εμείς) ο Bruce με τον Steve (Van Zandt) συζητούσαν αν θα πρέπει να γυρίσουν στο σπίτι αλλά τελικά εφόσον ο Max (Weinberg) δεν είχε κουραστεί ακόμα, θα συνεχίζαμε όλοι κανονικά. Tenth avenue freezeout με αποχώρηση της E street band και εικόνες του Clarence Clemons και Danny Federici που πιστεύω δεν αμελεί ποτέ, και μοναδικό κλείσιμο με ακουστική κιθάρα και φυσαρμόνικα I’ll see you in my dreams.
Τρεις ώρες με ασταμάτητη εξαιρετική μουσική και απόδοση (πραγματικά ακόμα και το διάλλειμα για το “encore” κράτησε όσο χρειάστηκε να βγάλω μια φωτογραφία τα φωτισμένα ερείπια του ιππόδρομου και να μην καταλάβω την διακοπή). Τρεις ώρες που πέρασαν αστραπή. Τρεις ώρες με την επιβλητική και γεμάτη E street band (chorus, δυο drummer, σαξόφωνα, τρομπέτες, τρομπόνι, πιάνο/organ, ακορντεόν και όλα τα είδη κιθάρας). Τρεις ώρες που επιβεβαίωσαν ότι ο Bruce Springsteen είναι «ένας από εμάς» (και δεν θα ήθελε να είναι αφεντικό κανενός). Τρεις ώρες που άφησαν μια τεράστια ικανοποίηση ακόμα και αν δεν άκουσα το The river. Ίσως την επόμενη φορά.
Συνοψίζοντας θέλω να σταθώ στον τραγουδοποιό Bruce Springsteen. Στις απλές ιστορίες για την εφηβεία, την ενηλικίωση, την ελευθερία του δρόμου, τη χαρά των απλών πραγμάτων, την αδικία και την απογοήτευση, την ελπίδα, στην μίξη πραγματικότητας και φαντασίας, στη συλλογική και την ατομική μνήμη, την αξία των ανθρώπων και της οικογένειας…* σε όλα αυτά που με την ζεστή φωνή του (στα 73) μου θυμίζει ότι έχουν αξία καθώς τα ξεχνάω μέσα στη βαρετή και απογοητευτική καθημερινότητα. Δεν είναι και εύκολο να επιτευχθεί… για αυτό και δεν είναι το «αφεντικό», είναι ένας από εμάς. Δίπλα μου 40 χρόνια τώρα.
*είχα σημειώσει ένα με δύο τραγούδια δίπλα σε κάθε ένα από τα παραπάνω σημεία. Τα διέγραψα. Ας βάλει ο καθένας τα δικά του.
Tramps like us, baby, we were born to run…