Τετάρτη, 05 Ιουνίου 2024 21:00

Live Review: BADBADNOTGOOD / Kepler Is Free @ Τεχνόπολη Δήμου Αθηναιων, 3/6/2024

Written by 

Κατά καλή μου τύχη (αν και ανάλογες επιλογές μόνο τυχαίες δε μπορείς να τις πεις) ήμουν ανάμεσα στους πολύ τυχερούς που παρακολούθησαν τη συναυλία των BBNG στις 26 Μαΐου του 2017. Έχοντας σχεδόν κυριολεκτικά «λιώσει» το IV από τα απανωτά ακούσματα, είχα πάει να τους δω με μεγάλες προσδοκίες, οι οποίες όχι μόνο δε διαψεύστηκαν, αλλά εδραίωσαν την πεποίθησή μου ότι είχα να κάνω με μια σπουδαία μπάντα. Παρακολουθώντας συστηματικά την πορεία τους όλα αυτά τα χρόνια και εντοπίζοντας τις διαφορές που καθιστούν τον ήχο τους κάπως διαφοροποιημένο σε σχέση με εκείνον του παρελθόντος, ομολογώ ότι έφτασα στην Τεχνόπολη αρκετά ανυπόμονος για να δω πώς θα «έβγαινε» όλο αυτό μπροστά σε κοινό.

Η βραδιά άνοιξε με τους Αθηναίους Kepler is Free, οι οποίοι πήραν το όνομά τους από το φερώνυμο εκτοξευμένο στο διάστημα τηλεσκόπιο που παροπλίστηκε από τη NASA αφημένο σε ελεύθερη τροχιά. Ομολογώ ότι θα ήθελα να ακούσω το «διαστημικό» Teergarden B, αλλά κατανοώ τους λόγους που δε μπόρεσε να χωρέσει σε ένα εκ των πραγμάτων περιορισμένο σετ. Όταν η ώρα πήγε 20:42, το κουιντέτο βγήκε στη σκηνή ενώ υπήρχε αρκετός κόσμος, ο οποίος όμως κατέκλυσε το χώρο λίγο πριν τελειώσουν το σετ τους. Μπροστάρης ήταν ο Νικηφόρος Nugent (κίμπορντς), ενώ μαζί του έπαιξαν οι Βασίλης Αλεξόπουλος (μπάσο), Πάνος Γεωργακόπουλος (ντραμς), Σπύρος Ζάρδας (τρομπέτα) και Γιώργος Μυγδάνης (κιθάρα).

Ξεκίνησαν με το Old One, που παρεμπιπτόντως είναι καινούργια σύνθεση, παίζοντας κυρίως τραγούδια από το δεύτερο άλμπουμ τους, που έχει τίτλο Second Light. Η μπάντα όσο περνούσε η ώρα απελευθερωνόταν, αποδίδοντας όλο και καλύτερα τις soul jazz, nu jazz και hip-hop συνθέσεις της, που ομολογουμένως είναι συγγενείς - ιδιαίτερα με εκείνες του παρελθόντος - των BBNG. Η πρώτη αίσθηση που αποκόμισα βλέποντάς τους για πρώτη φορά να παίζουν ζωντανά, ήταν ότι ακούγονται περισσότερο ‘80s από ό,τι στις στούντιο ηχογραφήσεις τους. Κατά τη γνώμη μου οι τρεις καλύτερες στιγμές του σετ τους ήταν το Proxima, το Sunsets on Cygnus και το Cluster 3. Μας αποχαιρέτησαν στις 21:25, εκφράζοντας την προσμονή τους να ακούσουν κι αυτοί τους BBNG, που θα έκλειναν το 23ο Athens Jazz.

Χρειάστηκε περίπου μισή ώρα μέχρι να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες εργασίες για να φιλοξενηθεί στη σκηνή το τρίο των Alexander Sowinski (ντραμς), Chester Hansen (μπάσο) και Leland Whitty (σαξόφωνο, κιθάρα) μαζί με τα touring members. Στο πίσω μέρος της σκηνής προβάλλονταν καθόλη τη διάρκεια του λάιβ βίντεο, με τον Al να μιλά αρκετά, όπως ανέκαθεν συνήθιζε, προσπαθώντας να διεγείρει το κοινό και να περιγράψει τα συναισθήματά του. Κι αν το έκανε το 2017 που ήταν πιο συγκρατημένος, σκεφτείτε τι έγινε αυτό το βράδυ της Δευτέρας, με την τόση εμπειρία που έχει συσσωρευτεί, την επιτυχία που γνωρίζουν, αλλά και τα Grammy Awards που έχουν κερδίσει. Μάλιστα, από την αρχή ξεκίνησε την πλαισιωμένη από σχετικά σόλο παρουσίαση των μελών της μπάντας, που μόνο τυπική δε φάνηκε στην προκειμένη περίπτωση.

Πιστεύω πως δεν είναι σκόπιμο να συγκρίνω τις δύο εμφανίσεις των BBNG στη χώρα μας κι αυτό κυρίως λόγω της ελαφρώς διαφορετικής τροπής που έχει πάρει η μουσική τους πορεία. Εδώ, αν και μάλλον αυτονόητο, πρέπει να επαναλάβουμε ότι οι τρεις αυτοί Καναδοί φίλοι ήταν και εξακολουθούν κατά στέρεα βάση να είναι jazz μουσικοί. Κι αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό από τον χαρακτηριστικό τρόπο που γράφουν και ερμηνεύουν τις συνθέσεις τους. Όπως όμως ήταν εξαρχής σαφές, η αγάπη τους για τη μουσική δεν περιορίζεται στις jazz αναφορές τους που παραπέμπουν σε μια ευρύτατη γκάμα συναφών ειδών από το jazz-rock, τη smooth-jazz, την alt-jazz, την psychedelic jazz και τη nu-jazz, αλλά αναμειγνύεται με άλλα μουσικά είδη όπως κλασικούς ‘70s groovy ρυθμούς, το hip hop, τη funk και την pop. Στο πέρασμα όμως των χρόνων και ειδικότερα από την αποχώρηση του Matthew Tavares και μετά, παρατηρήθηκε μια ελαφριά υποχώρηση της -ακόμα πανταχού παρούσας- jazz αίσθησης, προς όφελος των pop, rock, electronic, funk, soul και γενικά groovy επιρροών τους, οι οποίες κορυφώθηκαν με το Mid Spiral και τους απέφεραν πολλούς καινούργιους και ίσως αρχικά επιφυλακτικούς στη λέξη “jazz” φίλους. Ο κοινός παρονομαστής των άτυπων «δύο φάσεων» του ήχου τους είναι η ευχάριστη έως και ευφορική αίσθηση που πηγάζει από τη μουσική τους. Κι αυτήν φάνηκε να απολαμβάνει πραγματικά το πολυπληθές κοινό, που δεν έπαυε να λικνίζεται στο ρυθμό, ακόμα και τις στιγμές που αυτός ήταν αυστηρά προσηλωμένος στην παλιά καλή (και αξεπέραστη) jazz.

Επειδή η funky νύχτα από το σούρουπο φαίνεται, όλοι μας πιάσαμε το σαφές υπονοούμενο, με κύριο εκφραστή το υπέροχο μπάσο του Chester. Τι κι αν ελάχιστοι από το κοινό ζούσαν στα μακρινά ‘70s, αυτό στην πράξη αποδείχτηκε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να τα γνωρίσουν. Ο κόσμος «πήρε φωτιά» χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, με αρχικό αποκορύφωμα το υπέροχο Your Soul & Mine (όχι του Gil Scott Heron, το δικό τους), που κατά τη γνώμη μου ήταν η καλύτερα ερμηνευμένη σύνθεση της βραδιάς. Το όμορφο μακροσκελές σόλο σαξόφωνο στο Unfolding ανέδειξε τους νεόκοπους φίλους της μπάντας, που άρχισαν να συζητούν μάλλον διότι δεν έχουν και άριστη σχέση με τη jazz, τουλάχιστον μέχρι να μπει όλη η μπάντα και να το απογειώσει πραγματικά.

Παράλληλα με την καθαρόαιμη ‘70s αισθητική, ευδιάκριτες ήταν και οι αναφορές στα ‘80s και την acid-jazz, που είχε την τιμητική της στα χαρούμενα τραγούδια του Mid Spiral: Order με το μπάσο να ακούγεται σαν ολόκληρη ορχήστρα και την τρομπέτα να σολάρει, απογειώνοντας την feeling good αίσθηση ξεσηκώνοντας τον κόσμο. Στο μεταξύ ο Al συνέχιζε να λέει καλά λόγια για την Αθήνα, ενώ έκανε αναφορά και στη ζέστη που επικρατούσε, αν και ζει σε μια χώρα που η τρομερή υγρασία κάνει τη ζέστη αποπνικτική. Κάποιες φορές ζητούσε από το κοινό να χειροκροτεί ρυθμικά, ενώ μια φορά ζήτησε από όλους να σκύψουν και να πηδήξουν όσο πιο ψηλά μπορούν όταν δώσει το σύνθημα. Ναι, έγινε χαμός.

Έτσι κύλησε η βραδιά, ζωντανά και με πολύ κέφι. Πριν τις 23.07΄που μας αποχαιρέτησε ο Al, πρόλαβε να πει δυο λόγια για την ειρήνη, κάτι που είχε προηγουμένως κάνει και ο Νικηφόρος. Πριν καλά - καλά περάσουν δύο λεπτά, το συγκρότημα ξαναβγήκε στη σκηνή και έπαιξε δύο ακόμα τραγούδια, για να μας αποχαιρετήσει οριστικά στις 23.24΄, αφήνοντας πίσω του μόνο χαμογελαστά πρόσωπα.

Κείμενο: Τάκης Κρεμμυδιώτης / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής 

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα