Πριν φτάσω στο Fuzz, σχεδόν δεν πίστευα πως υπάρχουν και αυτοί που γνωρίζουν τον Sebastien Tellier από την συνολική πορεία του στην ηλεκτρονική μουσική ξέχωρα από την Eurovision. Εγώ πάλι, εκεί τον έμαθα… και εκεί τον άφησα (όχι, δεν τον ψήφισα, αλλά η εικόνα του Sebastien να ανεβαίνει στην σκηνή μέσα σ’ ένα αμαξάκι συνοδεία μίας μακρομαλλούσας και μουσάτης θηλυκής κουστωδίας-πιστού αντιγράφου της περσόνας του, με είχε σημαδέψει για καιρό)! Σφάλμα, φυσικά, καθώς τα ραδιόφωνα παίζουν τακτικά κομμάτια του, ενώ είχε επισκεφθεί ξανά την Αθήνα στο Bios με πλήθος κόσμου να μην μπορεί να μπει τελικά στο venue.
Οι Θεσσαλονικείς Liebe έπαιξαν μπροστά σε ένα σχεδόν γεμάτο Fuzz. Τρεις μουσικοί στην σκηνή με basic στήσιμο έδωσαν μία ευχάριστη εμφάνιση χωρίς εξάρσεις. Επευφημίες στο γνωστό Strangers (έπαιξε και το βίντεο κλιπ στο background), αγκαλιασμένα ζευγάρια στη διασκευή στο Everytime των πιο-one-hit-wonders-δε-γίνεται Freiheit, ‘80s ατμόσφαιρα διάχυτη σε όλο το υπόλοιπο σετ τους. Ζωντανά το όλο concept δεν δουλεύει τόσο καλά ώστε να σε συνεπάρει, χρειάζεται ίσως και μια πιο δυναμική παρουσία – κινησιολογικά, πάντα, γιατί τα φωνητικά είναι όπως πρέπει για να γίνονται οι αντίστοιχοι μουσικοί συνειρμοί. Πάντως, δεν ζητήσαμε και τα χρήματά μας πίσω.
Ο Tellier βγήκε στην σκηνή μετά από μία σύντομη εισαγωγή της μπάντας του (ξεχωριστός ο πληκτράς με το μπλουζάκι Slipknot…) με το καλοκαιρινό Ma Calypso. Από τους λίγους μουσικούς που εκμεταλλεύτηκε, έστω και για λίγο, την μπροστινή προσθήκη της σκηνής του Fuzz, παρουσιάστηκε μέσα σε χειροκροτήματα και χόρεψε κι εκείνος μαζί με το κοινό του - για την ακρίβεια, πολύ κοντά σε αυτό. Δεν αποχωρίστηκε ποτέ τα μαύρα του γυαλιά και το γαλάζιο του καπέλο, φορούσε ένα κόκκινο πανοφώρι που κάλυπτε το λουλουδάτο του πουκάμισο και ένα έντονα γαλαζωπό κασκόλ. Με αυτή την χύμα εμφάνιση, αλλά και την κίνησή του στην σκηνή, θύμισε κάπως Τζίμη Πανούση, αλλά πολύ περισσότερο έφερνε στο νου τον Κωνσταντίνο Χαϊτίδη (αν τυχόν δεν τον γνωρίζετε, βάλτε στο youtube “Αφοί Χαϊτίδη”, κατά προτίμηση από κάποια εμφάνισή τους στην κοσμική ταβέρνα που διατηρούν τα αδέρφια και με ευχαριστείτε αργότερα, έχω υπομονή). Το cult status που φαίνεται να διατηρεί ως προσωπικότητα και μας έδειξε, συνοδεία αύθονης μπυροκρασοποσίας, σε κάποιο βαθμό έρχεται σε αντιπαράθεση με τη μάλλον sexy μουσική του, σαν να την φτιάχνει άλλος άνθρωπος - όμως στην ερμηνεία και την εκτέλεση των κομματιών του είναι σωστός και κύριος, όπως φυσικά και οι μουσικοί του (έστω κι αν οι δύο κρουστοί του μάλλον υποχρησιμοποιούνταν).
Το Divine, το κομμάτι από τον διαγωνισμό που αγαπάμε να μισούμε ήρθε πολύ νωρίς στο σετ του - πιθανώς να μην το υπολογίζει ιδιαίτερα, αναγνωρίζοντας το περισσότερο σαν μία αναγκαιότητα. Αλλά, με αυτή τη λογική, γιατί να αφήσει στην αρχή κομμάτια όπως τα Cochon Ville και L’ Amour Naissant; Το tour de force ξεκίνημα με δυναμικότερα fan favourites δεν είχε την ανάλογη συνέχεια. Οι τόνοι έπεσαν αρκετά, ήρθε και η διασκευή στο - γνωστό στους παροικούντες του Love Radio - La Dolce Vita του Cristophe και το γλυκό άρχισε να “κόβει”. Σαν να περίμεναν όλοι - κοινό και μουσικοί - να έρθει η ώρα του La Ritournelle, που παρεμπιπτόντως έκλεισε το κανονικό του σετ. Εκεί η ανταπόκριση του κοινού έγινε θερμότερη κι ας πρόκειται για “αργό” κομμάτι (είναι όμως “γνωστό” σε όλους, γνώστες και παρατρεχάμενους).
Το encore περιλάμβανε δύο κομμάτια και την μοναδική αλλαγή γκαρνταρόμπας της βραδιάς - πρόσθήκη, καλύτερα, στην ήδη υπάρχουσα αμφίεση - μία φανταχτερή χρυσαφί κάπα, να αποτελεί το ουσιαστικότερο highlight. Με τον Sebastien Tellier δεν μπορεί να περάσεις άσχημα, είτε με την μουσική του είτε με τα τερτίπια του. Όμως, την συγκεκριμένη ημέρα τουλάχιστον, έλειπε ένα πιο ζωντανό συστατικό που να κράτησει την συνολική αίσθηση λιγότερο αποστασιοποιημένη, ώστε να έρθουν όλοι, κοινό και καλλιτέχνης, λίγο πιο κοντά (εε όχι και τόσο κοντά!) και η συναυλία να επιτελέσει τον σκοπό της.
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής