To τέταρτο στούντιο άλμπουμ των A Place To Bury Strangers δεν έρχεται να προσθέσει κάτι καινούριο σε όσα ξέρουμε πολύ καλά ήδη. Σε αντίθεση με όσους κατά καιρούς «ανακαλύπτουν» ότι οι APTBS είναι κάτι σαν goth ανακατεμένο με industrial, οι Νεοϋορκέζοι και σε αυτό το άλμπουμ, όπως και στα προηγούμενα, επιδίδονται σε επιθέσεις θορύβου, έχοντας σαν οδηγούς συγκροτήματα όπως οι Jesus and Mary Chain, οι Loop, οι Big Black, κάποιες φορές και οι Suicide, κοντολογίς κρύβουν μέσα τους πολύ περισσότερο rock’n’roll από όσο πολλοί θέλουν να πιστεύουν. Αυτό φάνηκε και από την επιλογή τους να διασκευάσουν πρόπερσι Dead Moon στο ΕΡ Strange Moon - πόσο πιο rock’n’roll να πάει κανείς; Το πρόβλημα, αν θέλετε, του Transfixiation είναι πιθανότατα ότι δεν ακολουθεί την ίδια τόσο άμεση, χωρίς περιττές φιοριτούρες, κατεύθυνση, κάτι που το υλικό του Strange Moon καθιστούσε ευκολότερο. Στο Transfixiation οι APTBS απλώς επαναλαμβάνουν την συνταγή της underground επιτυχίας τους, όμως κάποιες φορές ηχούν κάπως κουρασμένοι από την επανάληψη. Αυτό που δεν θα ακούσει κάποιος στο Transfixiation είναι η μεγάλη έκπληξη, η ιδέα που θα τον κάνει να γυρίσει το κεφάλι και να ξανακούσει ξανά και ξανά ένα κομμάτι.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι APTBS δεν το προσπαθούν μέχρις ενός σημείου. Τα δύο πρώτα κομμάτια του δίσκου (Supermaster, Straight), βασισμένα στο μπάσο του Dion Lunadon (πρώην μέλος των καλών Νεοζηλανδών D4) έχουν την κιθάρα σε δεύτερο πλάνο, με το αποτέλεσμα να ηχεί πολύ ρυθμικότερο του συνηθισμένου. Όμως κάπου εκεί εξαντλούνται οι προσπάθειες για την οποιαδήποτε καινοτομία. Το, καλό πάντως, Love High που ακολουθεί, βρίσκει τους APTBS να υποτάσσονται στον κιθαριστικό θόρυβο του Oliver Ackermann, που ναι μεν τα πάει καλά, αλλά σίγουρα τα έχει πάει και καλύτερα.
Σημαίνει αυτό ότι ο δίσκος δεν είναι καλός; Όχι, γιατί τραγούδια καλά υπάρχουν, πέραν των όσων ήδη αναφέρθηκαν, όπως, ας πούμε το What We Don’t See με το παρανοϊκά γρήγορο τρέμολο και τα φωνητικά του Ackermann να επιβεβαιώνουν την επιρροή των αδελφών Reid. Φοβερό είναι και το We’ve Come So Far, στην παράδοση παλαιότερων γρήγορων, εκρηκτικών κομματιών στα οποία μας έχουν συνηθίσει οι APTBS. Υπάρχουν όμως στιγμές, όπως το – πιο βαρύ δεν γίνεται – Deeper, που μοιάζουν να προσπαθούν να περάσουν ψυχαναγκαστικά ένα άρρωστο, σκοτεινό συναίσθημα, χωρίς να το καταφέρνουν (αυτά τα πράγματα δεν γίνονται με το ζόρι).
Με δύο λόγια: αρκετά καλό το τελικό αποτέλεσμα, σου αφήνει όμως την εντύπωση ότι η επόμενη δουλειά ίσως να μην είναι τόσο καλή. Λίγη ανανέωση (όποια και αν είναι αυτή) μοιάζει αναγκαία.
7/10


