Ακριβώς στο σημείο που μας είχε πείσει ότι ο πραγματικός του στόχος είναι να σπάσει κάποιο παγκόσμιο ρεκόρ πρωτότυπων κυκλοφοριών, ο Ty Segall αποφάσισε να μας διαψεύσει: η καινούρια του αυτή δουλειά χρειάστηκε κάτι παραπάνω από ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί. Φυσικά ο σεσημασμένος Ty δεν μας άφησε έτσι, αφού πρόκειται για διπλό δίσκο 17 κομματιών. Όμως αυτή η μείωση των εξοντωτικών μέχρι τώρα ρυθμών του δεν είναι ούτε το μόνο καινούριο που έρχεται να μας προσφέρει το Manipulator, ούτε, προφανώς, και το σημαντικότερο.
Μέχρι τώρα ο Ty Segall είχε κατορθώσει να χωρέσει, ανά κυκλοφορία, μέσα σε ένα garage rock περίβλημα ατελείωτα, διαφορετικά σε ύφος στοιχεία που ξεκινούν από το proto punk για να φτάσουν μέχρι την acid rock και την psych pop, καθιστώντας σαφές ότι είναι όχι μόνο ένας άνθρωπος με εξαιρετικό μουσικό γούστο, αλλά ένας άνθρωπος που ξέρει να ακούει, να αντιλαμβάνεται, αλλά, κυρίως, να αφομοιώνει τα ακούσματά του και να τα εντάσσει, εν τέλει, δημιουργικά στην μουσική που συνθέτει. Όλο αυτό μεταφράστηκε στο σύνολο των μέχρι τώρα ηχογραφήσεών του σε πολλές εξαιρετικές ιδέες. Το μειονέκτημα όμως του Ty Segall ήταν ότι οι ιδέες αυτές σπάνια κατέληγαν στην σύνθεση singles (με την έννοια ακριβώς του, συνήθως απλού, εθιστικού κομματιού που σου «μένει» και όχι βέβαια του φτηνού εμπορικού), τα οποία όμως είναι αναγκαία σε έναν rock δίσκο, όχι μόνο για τους απόλυτα προφανείς λόγους, αλλά και γιατί αναδεικνύουν και το υπόλοιπο υλικό. Ο Καλιφορνέζος μουσικός έμοιαζε κάποιες φορές χαμένος μέσα στην ίδια την μουσική του. Έτσι συχνά βλέπαμε να φορτώνει τις συνθέσεις του, να κάνει το κάτι παραπάνω, να κινείται, υπέρ το δέον, ίσως, αντισυμβατικά. Έτσι, οι μέχρι τώρα δουλειές του κινούνται μεν στα επίπεδα του καλού έως πολύ καλού, για να μην παρεξηγούμαστε, όμως έλειπε σαφέστατα από το ενεργητικό του ο πολύ μεγάλος δίσκος. Όλα αυτά όμως μέχρι το Manipulator.
Το Manipulator κατ’ αρχήν περιλαμβάνει πολλά κομμάτια που δυνητικά θα μπορούσαν να είναι singles. Πραγματικά, δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο στην δισκογραφία του Segall ενός τόσο ισορροπημένου, μετρημένου με την καλύτερη δυνατή έννοια, σφιχτοδεμένου υλικού, που να συνδυάζει με τέτοια επιτυχία το εύληπτο και το άμεσο με το ποιοτικό. Ενώ όμως υπάρχει πάντοτε το garage rock σαν σημείο αναφοράς, με αποτέλεσμα να ακούμε μπόλικο fuzz, το να χαρακτηρίσει κανείς το Manipulator σαν έναν ακόμα garage δίσκο είναι παντελώς άστοχο: ο 27χρονος Segall κάνει ένα πολύ ενδιαφέρον μουσικό ταξίδι, που κάνει ενδιάμεσους σταθμούς στην ψυχεδέλεια, την glam rock, τον ήχο της british invasion, με τέτοιο τρόπο, που σε κάνει να αναρωτιέσαι πως κατάφερε ένας άνθρωπος της ηλικίας του να αφομοιώσει τόσο δημιουργικά αρκετές δεκαετίες εξέλιξης της rock μουσικής.
Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο είναι το πόσα ρυθμικά κομμάτια περιέχει ο δίσκος. Αξίζει πραγματικά κανείς να ακούσει τα It’s Over και Feel, που, είτε το πιστεύετε είτε όχι είναι κάτι σαν Primal Scream vs The Charlatans. Μιλάμε για πραγματικά έξυπνες, νευρικές συνθέσεις που συνδυάζουν εξαιρετικά τις βρετανικές αυτές επιρροές με τις ωμές, γκαραζίστικές κιθάρες. Τους Primal Scream τους ακούμε όμως και στο επίσης ρυθμικό The Connection Man, που πάντως έχει και ένα σκοτεινό psych garage άγγιγμα (ακούστε το φοβερό φαζαρισμένο σόλο στην εισαγωγή του κομματιού).
Όμως οι ενδιαφέρουσες στιγμές του δίσκου δεν εξαντλούνται εδώ. Φοβερό κατ’ αρχήν είναι το ομότιτλο, που είναι ένα πραγματικό garage pop διαμαντάκι. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί και το The Clock, ένα κομμάτι που παραπέμπει ευθέως στην psych folk. Αν όμως εννέα στους δέκα μουσικούς θα επέλεγαν να παίξουν αυτό το τραγούδι αργά, όπως η ίδια η μελωδία του σχεδόν επιτάσσει, ο απίστευτος Segall σε μία επίδειξη οξυμένης μουσικής αντίληψης κάνει το ακριβώς αντίθετο, κερδίζοντας έτσι ένα highlight σχεδόν από το πουθενά. Εξαιρετικό είναι και το Green Belly, όπου ο Segall αφήνει προς στιγμήν στην άκρη την παραμόρφωση, για να μας προσφέρει ένα φοβερό τραγούδι που φέρνει στο μυαλό τους Stones στα καλύτερά τους. Περισσότερο όμως από αυτούς, την τιμητική του έχει στο άλμπουμ ο David Bowie (ναι, καλά διαβάσατε) με τα Tall Skinny Lady και Don’t You To Know. Και ενώ δεν λείπουν οι αμερικανικής αισθητικής garage punk συνθέσεις (φοβερά τα πνιγμένα στον κιθαριστικό θόρυβο Suzy Thumb και The Crawler), όπως έγινε από όλα τα παραπάνω αντιληπτό, ο δίσκος έχει ένα αρκετά έντονο βρετανικό άρωμα που τονίζεται ακόμη περισσότερο από τον τρόπο που ο Segall χρησιμοποιεί το falsetto αλλά και από την εκφορά των στίχων.
Αν δεν έχει καταστεί προφανές από όσα έχω γράψει μέχρι τώρα, ας το πω ευθέως: Το Manipulator είναι σαφέστατα ο καλύτερος δίσκος του Ty Segall μέχρι σήμερα. Είναι όμως με βεβαιότητα και ένας από τους καλύτερους της χρονιάς. Το μόνο που μένει πλέον να αναρωτηθούμε, είναι τι μας επιφυλάσσει ο Ty Segall για την συνέχεια. Κάτι μου λέει πως δεν θα περιμένουμε για πολύ...
8,5/10