Την τελευταία μέρα του Απριλίου την περίμενα πώς και πώς, μιας και θα υποδεχόμασταν επιτέλους το Μάη, άρα θα πλησιάζαμε και στον ερχομό του καλοκαιριού, αλλά κυρίως επειδή θα κατέβαιναν οι Sleepin Pillow από την συμπρωτεύουσα για ένα μοναδικό live στο six d.o.g.s, κάτι που δε συμβαίνει και πολύ συχνά όσο αφορά τη συγκεκριμένη μπάντα.
Για όποιον τυχόν δεν τους ξέρει, οι Sleepin Pillow είναι ένα 7μελές συγκρότημα από τη Θεσσαλονίκη και μια από τις καλύτερες psych rock μπάντες της χώρας. Χωρίς υπερβολές, η μουσική τους είναι ενα συνονθύλευμα πολιτισμών. Καταφέρνουν ένα πάντρεμα Ανατολής και Δύσης με κουμπαριά από τα Βαλκάνια, ενώ παράλληλα εναρμονίζουν τέλεια το ψυχεδελικό ροκ με την ελληνική παραδοσιακή μουσική, συμπληρώνοντας trip hop στοιχεία - και όλα αυτά με αγγλόφωνο στίχο. Έχουν βγάλει 3 άλμπουμ (συν ένα ΕΡ) με τελευταίο το The Past is Already Here που κυκλοφόρησε το 2016 και μας εξέπληξε καθώς οι Pillow δεν σταματούν να πειραματίζονται, παρ’'ολο που δεν βγήκαν τώρα στο κουρμπέτι. Σίγουρα όλα αυτά θα τα διασταυρώνατε και μόνοι σας αν ήσαστε την Δευτέρα στο six d.o.g.s.
Τη συναυλία άνοιξε το πειραματικό trio των Houdini And ME, κάνοντας την πρώτη του εμφάνιση στην Αθήνα (και γενικώς μάλλον, αν κατάλαβα καλά). Δυστυχώς, έστω κι αν καθυστέρησαν να ανέβουν στο σανίδι του six d.o.g.s., εγώ ως σύγχρονη Ελληνίδα λόγω έκτακτων επαγγελματικών υποχρεώσεων έχασα ένα μέρος του σετ τους. Σε όσο παρεβρέθηκα όμως, διαπίστωσα πως το κατά κύριο λόγο instrumental τρίο με τα λιγοστά φωνητικά ήταν δυναμικότατο και εφάρμοζε στην εντέλεια τις διδαχές που έλαβε από τους Tool κυρίως και από funky μπάντες δευτερευόντως. Στην πρώτη ευκαιρία θα επανορθώσω με μια ολοκληρωμένη παρουσία.
Κατά τις 9 μισή βγήκαν οι πολυαναμενόμενοι Bonnie Nettles ζητώντας να χαμηλώσουν τα φώτα και δυσκολεύοντάς μας να βγάλουμε τις απαραίτητες φωτογραφίες. Το σκηνικό ντουέτο του τραγουδιστή Dennis Lounges και του Vaggelis Falieras Karabelas στα κρουστά με βρήκε κάπως απροετοίμαστη. Ο frontman ήταν ίδιος από την κορμοστασιά ως και τις κινήσεις με τον Iggy Pop (εξαιρώντας την φωνή) ενώ ο Καράμπελας μου θύμιζε έναν τελωνειακό από τη δουλειά σε συνδυασμό με τον Τσιβιλίκα στο «η θεία μου η χίπισσα». Όμως το κοινό τους, που ήταν μπόλικο παρεμπιπτόντως, δεν ξαφνιάστηκε καθόλου και εγώ μπορώ να πω πως με αποζημίωσαν και με το παραπάνω. Τα έξι μέλη του σχήματος ήταν τόσο δεμένα και αφοσιωμένα που μου έβγαλαν την αίσθηση πως βρίσκονταν σε ένα παράλληλο σύμπαν. Δεν μπορώ να μην κάνω την σύγκριση με τους Brian Jonestown Massacre, αφού ο ήχος τους παραπέμπει σε αντίστοιχα ψυχεδελικά μονοπάτια, ενώ το ντέφι είναι το κερασάκι στη τούρτα καθώς αποτελεί κλασικό χαρακτηριστικό και των δυο συγκροτημάτων. Με μια δεύτερη μπύρα, λίγο κούνημα των ποδιών και αρκετό χειροκρότημα πέρασε μια ώρα. Η έξοδος τους ήταν σχεδόν αστραπιαία, αλλά γνωρίζουμε πολύ καλά πως θα τους ξανακούσουμε σύντομα και live αλλά και στο σπίτι μας, καθώς αναμένουμε το πρώτο τους άλμπουμ.
Η αναμονή για τους Sleepin Pillow μου φάνηκε αιώνας αλλά δεν πρέπει να ήταν πάνω από μισάωρο. Μόλις βγήκαν στη σκηνή, από κάτω έγινε πανζουρλισμός, χωρίς να αρνούμαι το μερίδιό μου σε αυτό το χάος. Ο Nomik μαυροντυμένος, όπως συνήθως, μας υποδέχτηκε, χωρίς να αργεί καθόλου, με το υπέροχο In Athens από τον τελευταίο τους δίσκο. Όπως και να το κάνουμε άλλη η μαγεία του να το ακούς ζωντανά σε σύγκριση με το CD. Οι Pillow είναι γνωστοί για τα shows που κάνουν στις εμφανίσεις τους. Αυτή τη φορά αρκούσαν τα videos από τον projector ως background και ο ανέμελος χορός του Nomik που μας παρέσερνε να χορέψουμε και εμείς στους ρυθμούς του.
Φυσικά εκεί που έμεινα με το στόμα ανοιχτό ήταν με το πολυμηχάνημα-μπουζουξή-άνθρωπο πάνω απ’όλα Nick Jacqueline, του οποίου οι παρεμβάσεις φανέρωναν τις παραδοσιακές επιρροές της μπάντας. Συνέχισαν να μας τρελαίνουν με κομματάρες όπως I hate all Gods, Apples on an orange tree, The past is already here επιβεβαιώνοτας πως είναι από τις καλύτερες μπάντες της εγχώριας σκηνής. Η ατμόσφαιρα που δημιουργούν δεν περιγράφεται με λόγια. Δεν ξέρω αν ευθύνεται η αγάπη μου προς την μπάντα αλλά νομίζω πως οι περισσότεροι που ήμασταν εκεί αισθάνονταν το ίδιο σφίξιμο στο στομάχι. Δημιουργούσαν μια πάλη συναισθημάτων καθώς οι κιθάρες έδιναν αυτή την ένταση και το ξέσπασμα με την καρδιά να ανεβάζει παλμούς, αλλά το μπουζούκι και η φωνή του Nomik έσβηνε απαλά και ομαλά αυτή την ταραχή.
H συναυλία κράτησε 2 ώρες σχεδόν, ενώ για κλείσιμο είχαν κρατήσει την υπέρτατη κομματάρα Black Sea. Φεύγοντας ένιωθες μια πληρότητα η οποία σε εκάνε να καταλάβεις πως δεν χρειάζεται να πας μακριά για να ακούσεις μεγάλα live. Βέβαια η μπάντα συμπληρώνει 18 χρόνια πορείας και αυτό φαίνεται στο πόσο ώριμη και ολοκληρωμένη είναι. Τίποτα το περιττό: και τα 7 μέλη, που την απαρτίζουν, χρειάζονται για να απογειώσουν τα κομμάτια τους. Παρόλα αυτά εγώ διψούσα κι άλλο να πιω από αυτή την Μαύρη θάλασσα.
Κείμενο: Κική Ψαράκη / Φωτογραφίες: Shanti Θωμαϊδη