Δευτέρα, 23 Απριλίου 2018 12:24

Live Review: Chameleons Vox @ Death Disco, 21/4/2018

Written by 

In his autumn before the winter, comes man’s last mad surge of youth. What are these things you are talking about?

Αυτό δεν το ακούσαμε, ως καθιερωμένη εισαγωγή. Ακούσαμε όμως τις πρώτες νότες της κιθάρας και αμέσως καταλάβαμε ότι το μυθικό για την αυθεντική post-punk εποχή των 80’s Don't Fall (eternal respect) ήταν ο πρόλογος της sold out συναυλίας των Chameleons Vox, δηλαδή του “alter ego” των ανεπανάληπτων Chameleons. Όλοι μας γνωρίζαμε ότι το set list θα αποτελούνταν αποκλειστικά τραγούδια των Chameleons, αφού, παρά τη μικρή προσθήκη στο αρχικό όνομα της μπάντας, ο κοινός των δύο συγκροτημάτων ιθύνων νους Mark Burgess είχε με το παραπάνω το δικαίωμα να αναβιώσει το μεγαλείο της παλιάς του μπάντας, που δε γνώρισε όση επιτυχία της άξιζε, αλλά σίγουρα καταξιώθηκε στις καρδιές όλων των φίλων της rock μουσικής στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. Κι αν αναρωτιέστε ποιοι ήμασταν «εμείς», σας πληροφορώ ότι ανάμεσά μας υπήρχαν, φυσικά, ώριμοι αυτόπτες μάρτυρες της εποχής, αλλά και πολλοί νέοι, μερικοί από τους οποίους αποδείχτηκαν πολύ «διαβασμένοι».

Η ώρα είχε πάει 22.52’ όταν ο Mark πήρε με το μπάσο του θέση στο κέντρο της σκηνής, αφού προηγουμένως είχαν βγει δύο κιθαρίστες και ένας ντράμερ. Ο Mark, φορώντας μποτάκια docs και μπλουζακι Sex Pistols, για πολλή ώρα δεν έβγαζε μιλιά, αλλά ήταν συγκεντρωμένος στο μουσική του. Μάλιστα, προς μεγάλη μου ευχαρίστηση, η μπάντα έπαιξε τα τραγούδια όπως ακριβώς τα έχουμε μάθει (απέξω) μέσα από τους δίσκους των Chameleons, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις και απόλυτο σεβασμό στο παρελθόν. Με άλλα λόγια, απολαύσαμε αυθεντικά μοναδική «σκοτεινιά» από τα εσώψυχα των 80’s, τρομερό και βαρύγδουπο μπάσο (ευγενές χαρακτηριστικό κάθε συγκροτήματος που θέλει να λέει πως παίζει post-punk) και δύο υπέροχες κιθάρες, που εναλλάσσονταν σε lead και rhythm ρόλους. Και κάτι ακομα: πολλή ενέργεια, που έβγαινε αβίαστα μέσα από τις εξαιρετικές αυτές συνθέσεις και την καθοδήγηση της μουσικής προσωπικότητας του Mark. 

Κάπως έτσι «πέταξαν» το Don't Fall στην αρχή, βάζοντάς μας για τα καλά στο κλίμα. Το κοινό ζεστάθηκε άμεσα, όντας σίγουρα αποφασισμένο να περάσει καλά. Κι αν υπήρχαν (λέμε, τώρα...) κάποιες επιφυλάξεις για το τι θα βλέπαμε, πριν καλά - καλά αρχίσει το Here Today, είχαν διαλυθεί. Σιγά τώρα μήπως ήταν δυνατό να παίζεις τραγούδια από το Script of the Bridge και να μην αγγίξεις το κοινό. Γίνεται; Όχι, βέβαια. Τέτοιες δισκάρες δεν ακούσαμε και πολλές στο είδος. Γι αυτό, το άλμπουμ τιμήθηκε δεόντως από τη μπάντα, με το Monkeyland να κάνει τη συνέχεια, εν μέσω χαμού χειροκροτημάτων.

Ύστερα η παρέα του Mark θέλησε να μας θυμίσει ότι οι Chameleons είχαν κυκλοφορήσει (τουλάχιστον) κι άλλη μία δισκάρα, το What Does Anything Mean? Basically, αρχής γενομένης με το Looking Inwardly και συνεχίζοντας με το Perfume Garden. Κι όταν το κοινό είχε παραζεσταθεί, ακούστηκε το επικό μεγαλείο του Less Than Human, για να επανέλθουμε στην πραγματικότητα, δηλαδή στη δεκαετία του ’80. Μάλλον, δε χρειάζεται να πω τι επακολούθησε από πλευράς κοινού. Κι όμως ο Mark συνέχιζε να μας μιλά «με τα μάτια». Κι έπαιξε αρχικά το Tears κι έπειτα το Return of the Roughnecks, ανεβάζοντας και πάλι την ένταση, πρν μας κάνει το πρώτο νεύμα ευχαριστίας.

Το επιβλητικό Soul in Isolation, από το επίσης εξιρετικό Strange Times, ήταν ένα από τα (πολύ) ελάχιστα διαφοροποιημένα τραγούδια, βγαίνοντας ελαφρώς πιο ψυχεδελικό, με κλασική την αναφορά στο Eleanor Rigby των Beatles. Μπορώ ανεπιφύλακτα να πω ότι ο Mark τραγούδησε το συγκεκριμένο τραγούδι με περίσσευμα πάθους, το κοινό τον αποθέωσε, αλλά η δική μου γνώμη για το καλύτερο τραγούδι της βραδιάς έμελλε να παιχτεί ανάμεσα σε δύο άλλα, που ακούστηκαν αργότερα. Η έκπληξη ήταν αναμφισβήτητα η συμμετοχή του κοινού στο Swamp Thing (εύγε, νέοι και νέες μου), ενώ το Up the Down Escalator διατήρησε τον πήχη ψηλά, για να φτάσει η στιγμή για τον ύμνο του Second Skin. Αυτό δεν ήταν post-punk, αλλά new wave μεγαλείο, εντάξει; Τώρα να πω ότι ο κόσμος χτυπούσε ρυθμικά παλαμάκια και ότι χόρευε περισσότερο; Μάλλον αυτό το έχετε ήδη φανταστεί. Αυτό όμως που ίσως δε φανταστηκατε είναι ότι ο Mark τελικά μίλησε, ανατρέποντας τα προγνωστικά που τον ήθελαν copycat του David J., λέγοντας ότι είναι πολύ ευχαριστημένος που βρίσκεται μαζί μας. Ευχαριστούμε Mark, κι εμείς σ’ αγαπάμε.

Σε κλίμα πλέον έκδηλης αμοιβαίας εκτίμησης ήρθε το Singing Rule Britannia (While the Walls Close In), με τα ψήγματα των Clash και Joy Division έξυπνα τονισμένα, για να τελιώσει το σετ με την μη δυνάμενη να εκφραστεί με λόγια ήρεμη καταιγίδα του καλύτερου τραγουδιού της βραδιάς (και όχι μόνο), του View from a Hill. Είχαμε για μια ακόμη φορά την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι τέτοιες progressive - post punk μελωδίες δεν τις φτιάχνουν πια. Με τις τελευταίες νότες του να ηχούν ακόμα, όταν το ρολόι έδειχνε 00.18’ έπεσε η ανύπαρκτη αυλαία.

 

 

Οι Chameleons Vox χρειάστηκαν δύο λεπτά μέχρι να ξαναβγούν για να αρχίσουν με το Caution, αφού ο Mark μας είχε ρωτήσει αν θέλουμε να ξανάρθουν κι εμείς απαντήσαμε καταφατικά. Κι αν πράγματι αυτό το τραγούδι ήταν πολύ καλό, τι να πω για το χαμό που ακολούθησε με το κατά πάρα πολλούς κορυφαίο In Shreds; Αφήνω τη φαντασία σας να μιλήσει. Η βραδιά έκλεισε με τον ιδανικότερο τρόπο: το A Person Isn’t Safe Anywhere These Days, που έσβησε αργά και νοσταλγικά ένα πολύ όμορφο ταξίδι όχι στη μουσική εποχή της αθωότητας (συγγνώμη, αλλά δε μπορούσε να βρεθεί πιο  άστοχη έκφραση), αλλά σε εκείνη που όσοι έζησαν από κοντά, έμαθαν να βλέπουν πόσο πολύχρωμο ήταν το σκοτάδι.

 

Κείμενο: Τάκης Κρεμμυδιώτης

Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα