Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου 2018 19:39

Συνέντευξη Οι Φόβοι του Πρίγκηπα: Τα τελευταία χρόνια βγαίνουν εξαιρετικές ελληνόφωνες όσο και αγγλόφωνες μπάντες

Written by 

Ήταν μετά από ένα αθηναϊκό live των Birthday Kicks όταν πληροφορηθήκαμε, με μεγάλη χαρά, από τον πλέον αρμόδιο, τον Ανδρέα Αλμπάνη (κιθάρα/ φωνή), πως οι Φόβοι του Πρίγκηπα θα ξαναπαίξουν ζωντανά. Το καλοκαίρι όντως εμφανίστηκαν στο Φεστιβάλ Βρύσης Τυρνάβου και σε λίγες μέρες έρχεται η σειρά της Αθήνας μιας και θα ανέβουν στις 12 Γενάρη στη σκηνή του Six Dogs. Μια κουβέντα μαζί τους ήταν επιβεβλημένη ώστε να μάθουμε τα κίνητρα που τους οδήγησαν να επανενεργοποιήσουν την μπάντα μετά από πολλά χρόνια, τα σχέδια τους για το μέλλον καθώς και να θυμηθούμε το παρελθόν και τα ένδοξα 90s.

 

Η πρώτη ερώτηση είναι η αυτονόητη και αναμενόμενη: πότε και πώς προέκυψε η απόφαση για την επαναδραστηριοποίηση της μπάντας; Υπήρχε ως ιδέα, έστω και στο πίσω μέρος του μυαλού σας, όλα αυτά τα χρόνια;

Το 2011 σκεφτήκαμε ότι θα ήταν ωραία να κάναμε ένα live στη Λάρισα με τις μπάντες που είχαμε τότε. Ο Αντώνης, ο Πάρις και ο Αλέξης παίζανε ήδη από το 2003 ως Action Ladies και είχανε κάνει κι ένα live στη Λάρισα το 2006 που είχε γίνει κόλαση. Ο Ανδρέας μόλις είχε σχηματίσει τους Birthday Kicks στη Λάρισα. Η βασική ιδέα λοιπόν ήταν να οργανωθεί ένα live με τις δυο μπάντες. Θα βρισκόμασταν και οι τέσσερις στον ίδιο χώρο, με στημένη τη σκηνή, οπότε σκεφτήκαμε ότι ένα jam από τους Φόβους του Πρίγκηπα θα ήταν καλή φάση. Με μια τέτοια χαλαρή λογική μπήκαμε τότε σε ένα στούντιο στην Αθήνα, περίπου 9 χρόνια από την τελευταία μας φορά. Χωρίς ιδιαίτερες προσδοκίες, απλώς για να τζαμάρουμε και να δούμε πώς πάει. Πολύ γρήγορα αρχίσαμε να δοκιμάζουμε τα παλιά μας τραγούδια και μετά από 3 πρόβες παίξαμε τελικά ως Φόβοι του Πρίγκηπα στη Λάρισα με support τις μπάντες που είχαμε τότε.

Από εκείνη τη μέρα σκεφτόμασταν πώς θα γινόταν να ξαναπαίξουμε μαζί. Οι συνθήκες έγιναν λίγο καλύτερες το καλοκαίρι του 2017 που αρχίσαμε πρόβες στην Αθήνα και τελικά το πρώτο μας live έγινε τον Αύγουστο του 2018 στο Φεστιβάλ Βρύσης Τυρνάβου.

 

Όλοι οι δίσκοι σας κυκλοφόρησαν από την κραταιά (τότε) Virgin, τι θυμάστε και κυρίως τι κρατάτε από αυτή τη συνεργασία (μιας και το label δεν υπάρχει πια);

Στη Virgin μας πρότεινε να απευθυνθούμε ο Πάνος Τόλιος, ο ντράμερ των Ξύλινων Σπαθιών. Είμασταν περίπου 6 μήνες μπάντα το Νοέμβριο του 1995 όταν ένας φίλος μας, ο Βαγγέλης, μας κανόνισε ένα μικρό live στη Θεσσαλονίκη. Τον ήχο τον είχε αναλάβει ένας τεχνικός από το στούντιο Magnanimus της Θεσσαλονίκης όπου έγραφαν τότε τα Ξύλινα Σπαθιά. Κάναμε check ακόμα όταν εμφανίστηκε στο μαγαζί ο Πάνος, μας άκουσε και μας πρότεινε να μιλήσουμε στον Παντελή Γκουδή, τον παραγωγό των Σπαθιών στη Virgin.

Μετά από περίπου 6 μήνες πήγαμε στην Αθήνα για ένα διαγωνισμό ροκ τραγουδιού που διοργάνωνε η ΕΡΤ. Είχαμε στείλει ένα τραγούδι, το «Άει στην ευχή» και είχαμε προκριθεί στη δεκάδα, οπότε μας κάλεσαν να παίξουμε στο Ρόδον μαζί με τις υπόλοιπες μπάντες. Πρώτοι στο διαγωνισμό είχαν βγει οι Echo Tattoo, και εκείνο το βράδυ έπαιξαν για πρώτη φορά μετά από χρόνια και οι Socrates Drunk the Conium! Εκείνη τη μέρα λοιπόν πήγαμε στη Virgin και βρήκαμε τον Παντελή και του δώσαμε το demo μας. Μετά από μια εβδομάδα μας πήραν τηλέφωνο και μας πρότειναν συμβόλαιο. Ανεβήκαμε πάλι από το Ρέθυμνο στην Αθήνα, συναντηθήκαμε με τον Γιάννη Πετρίδη και τον Κώστα Ζουγρή και κανονίσαμε κατευθείαν να μπούμε στο στούντιο για τον πρώτο μας δίσκο. Είχαμε ενθουσιαστεί, γιατί μέχρι τότε οι μόνες μπάντες που είχε η Virgin ήταν οι Τρύπες και τα Σπαθιά.

Στη Virgin κυκλοφορήσαμε 3 album κι ένα EP από το 1997 μέχρι το 2000. Η συνεργασία ήταν πολύ καλή, η μπάντα έτυχε πολύ καλού promotion και είχαμε την ευκαιρία να ηχογραφήσουμε με πολύ καλές συνθήκες. Στήριξαν όλες τις αποφάσεις της μπάντας παρόλο που δεν συμφωνούσαμε πάντα σε όλα. Μετά από τόσα χρόνια αξίζει να αναφερθούμε στην ιδαίτερη σχέση που δημιουργήθηκε με τον Παντελή Γκουδή, που πίστεψε στους Φόβους περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο. Όταν ο Παντελής έφυγε από τη Virgin η συνεργασία μας με την εταιρεία αφορούσε πια μόνο τις κυκλοφορίες μας και το management το είχε ανέλαβε άλλη εταιρεία.

Αυτό που κρατάμε από εκείνη την περίοδο είναι η δυνατότητα που μας έδωσε η Virgin να ηχογραφήσουμε τους δίσκους μας σε πολύ καλά στούντιο (Magnanimus, Action, Sierra), με πολύ καλούς προϋπολογισμούς και με ομάδες παραγωγής που θα ζήλευε κάθε μουσικός τότε στην Ελλάδα.

 

Όταν ξεκινούσε η μπάντα και διαμορφωνόταν ο ήχος της, ποιά ήταν τα μουσικά σας ερεθίσματα; Για παράδειγμα το grunge και γενικότερα το alternative rock που κυριαρχούσε τότε στο εξωτερικό σας επηρέασαν ως ακούσματα;

Το φοιτητικό Ρέθυμνο στα μέσα της δεκαετίας του 90 είχε δυο rock clubs, το Metropolis και το Extreme που έπαιζαν κυρίως σκληρό ήχο, δηλαδή σκηνή του Seattle, σκηνή της Αγγλίας, ελληνική ροκ σκηνή και γενικά, από indie rock και noise μέχρι ηλεκτρονική μουσική. Εμείς πριν γνωριστούμε ακούγαμε αρκετά διαφορετικά πράγματα, από garage, punk και metal μέχρι jazz, soul και blues. Αλλά όταν βγαίναμε το βράδυ στα clubs αρχίσαμε να δημιουργούμε μια κοινή βάση στα ακούσματά μας. Αρχικά μας τράβηξε πολύ η μουσική που έβγαινε τότε από το Seattle και μετά ακούσαμε αρκετά Sonic Youth, dEUS και τα παρακλάδια τους, Neil Young και άλλα πολλά κιθαριστικά καλούδια.

 

Τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του '90, στα οποία ήσασταν ενεργοί σαν συγκρότημα, ήταν ουσιαστικά η τελευταία καλή περίοδος για το ελληνόφωνο ροκ, τα επόμενα κυριάρχησε κατα κράτος ο αγγλικός στίχος. Τα τελευταία χρόνια φαίνεται κάτι να κινείται ξανά στην ελληνόφωνη σκηνή, εσείς πως το βλέπετε από τη δική σας μεριά;

Στα τέλη της δεκαετίας του '90 ήταν σχετικά απίθανο να κάνει κάτι μια μπάντα με αγγλικό στίχο. Από το 2000 και μετά ήταν σχετικά απίθανο να κάνει κάτι μια μπάντα με ελληνικό ήχο. Αυτό το «ή του ύψους ή του βάθους» πρέπει να το προσέξουμε λίγο. Πάντα έβγαιναν ωραίες μπάντες είτε με ελληνικό είτε με αγγλικό στίχο. Για κάποιο λόγο όμως το κοινό τραβούσε ή μόνο στη μια πλευρά ή μόνο στην άλλη. Έβαλαν αρκετά οι εταιρείες το χεράκι τους τη δεκαετία του 90 για να επικρατήσει ο ελληνικός στίχος και βγήκαν δίσκοι που δεν μπορούσαν να ακουστούν για πολύ. Η φάση είχε κορεστεί και ίσως το κοινό ήταν δικαιολογημένο που κράτησε αποστάσεις από το ελληνόφωνο ροκ. Κάπως έτσι έγινε και στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας με το αγγλόφωνο. Η επιτυχία 3-4 συγκροτημάτων και το άνοιγμά τους στο ευρύ κοινό έδωσε την εντύπωση ότι όποιος κρατάει κιθάρα και μιλάει λίγα αγγλικά θα τα πάει καλά. Δεν γίνεται έτσι όμως. Αυτές οι 3-4 μπάντες δεν είναι καθόλου τυχαίες, όπως τυχαίοι δεν ήταν και οι Τρύπες, τα Σπαθιά και τα Κρίνα τη δεκαετία του 90.

Τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι έχει δημιουργηθεί μια καλή ισορροπία. Βγαίνουν εξαιρετικές ελληνόφωνες όσο και αγγλόφωνες μπάντες, ενώ υπάρχουν και κάποιες που γράφουν και στις δυο γλώσσες χωρίς κανένα πρόβλημα. Επίσης το κοινό φαίνεται να έχει αφήσει πίσω του τους δογματισμούς του παρελθόντος. Καλό είναι αυτό, υγιές.

 

Αν υποθέσουμε πως οι Φόβοι του Πρίγκηπα κυκλοφορούσαν τώρα τον πρώτο τους δίσκο, θεωρείτε ότι θα είχε τις ίδιες πιθανότητες να φτάσει στον κόσμο όπως τότε; Μήπως τότε, παρότι δεν υπήρχε το ίντερνετ, υπήρχαν άλλοι δίοδοι για να καταξιωθούν τα νέα συγκροτήματα πιο εύκολα; Βάσει της εμπειρίας σας τι πιστεύετε;

Οι πρώτοι άνθρωποι που άκουσαν τους Φόβους, τους άκουσαν μέσα από κασέτες. Θυμόμαστε ότι μόλις το καλοκαίρι του 1995 είχαμε ηχογραφήσει το πρώτο μας demo και όταν πήγαμε στη Θεσσαλονίκη το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου υπήρχε σε κασέτα σε πάγκους στο Αριστοτέλειο. Οι κασέτες τότε αναπαράγονταν πάρα πολύ γρήγορα, υπήρχε μάλλον ένα κοινό που ήταν διαψασμένο για ελληνόφωνο ροκ. Βέβαια, τον καθοριστικό ρόλο στο να ακουστεί ευρέως η μπάντα τον έπαιξε η συνεργασία μας με την Virgin, η οποία είχε προνομιακή πρόσβαση στον mainstream μουσικό τύπο της εποχής και στα ραδιόφωνα.

Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ξέρουμε πώς θα ήταν αν παρουσιαζόμασταν τώρα για πρώτη φορά στο κοινό. Αυτή τη στιγμή έχουμε την αίσθηση ότι οι ανήσυχοι έφηβοι διψούν περισσότερο για hip hop παρά για rock’n’roll. Για παράδειγμα, βγαίνουν σήμερα εξαιρετικές μπάντες, όπως οι Bazooka ή οι Omega Ray που δεν κάνουν το «μπαμ» που έκαναν στο παρελθόν μπάντες με πολύ μικρότερα … εφόδια.

 

Τα 15 χρόνια που το γκρουπ ήταν ανενεργό, ποια ήταν η ενασχόληση με τη μουσική για τον καθένα σας;

Ο Αντώνης, ο Πάρις και ο Αλέξης σχημάτισαν τους Action Ladies και έπαιξαν αρκετά στην Αθήνα αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, αλλά δυστυχώς δεν κυκλοφόρησαν τα τραγούδια τους σε κάποια επίσημη κυκλοφορία. Ο Ανδρέας σχημάτισε στη Λάρισα τους Birthday Kicks που έχουν κυκλοφορήσει ένα album και δυο singles, όλα σε βινύλιο. Αυτή τη στιγμή ο Αντώνης παίζει με τη μπάντα του, τους Miniature Solar Systems και ο Αλέξης με τους Motel Room. Επίσης μια καινούρια μπάντα είναι στα σκαριά με τον Αλέξη, τον Πάρι και τον Χρήστο (ex Scarecrow Dreaming, Ονειροπαγίδα).

 

Οι Φόβοι του Πρίγκηπα ύπήρξαν ένα συγκρότημα που “περιπλανήθηκε” σε διάφορες ελληνικές πόλεις, σήμερα ποιά είναι η έδρα κάθε μέλους; Ρωτώ με την έννοια αν είναι έυκολη ως διαδικασία να βρεθείτε για πρόβες;

Ο Αντώνης και ο Αλέξης μένουν σταθερά στην Αθήνα, ο Ανδρέας σταθερά στη Λάρισα και ο Πάρις πηγαινοέρχεται μεταξύ Πύλου και Αθήνας. Δεν είναι εύκολο να βρισκόμαστε για πρόβες αλλά προσπαθούμε να το οργανώνουμε έτσι ώστε να βγαίνει καλά, δηλαδή βρισκόμαστε για δυο μέρες και δεν βγαίνουμε σχεδόν καθόλου από το στούντιο.

 

Μιας και φαντάζομαι ο πρόβες είναι πιο εντατικές τώρα, υπάρχει η διάθεση ή η πρόθεση για σύνθεση νέου υλικού;

Εννοείται. Τα τζαμαρίσματα δύσκολα σταματούν στις πρόβες και νέα πράγματα ακούγονται κάθε φορά. Επίσης όμως υπάρχει και μια διάθεση να ξαναπιάσουμε το παλιό μας υλικό με νέο τρόπο και να το φέρουμε πιο κοντά σε αυτό που είμαστε τώρα. Αν και φαίνεται να ξαναενεργοποιούμε τη μπάντα μετά από πολλά χρόνια, στην πραγματικότητα μπήκαμε απευθείας σε μια μεταβατική και πολύ δημιουργική περίοδο που δεν ξέρουμε που θα μας βγάλει. Αυτό που αισθανόμαστε πάντως είναι καλό.

 

Σκοπεύετε από εδώ και πέρα να είστε πιο ενεργοί συναυλιακά; Υπάρχει κάποιο πλάνο ή η λογική σας είναι “βλέποντας και κάνοντας”;

Οι συναυλίες στον Τύρναβο και στην Αθήνα κλείστηκαν σχετικά εύκολα για διάφορους λόγους. Παρόλα αυτά ο πρωταρχικός μας στόχος ήταν και παραμένει ένα live στο Ρέθυμνο. Ξέρουμε ότι μας περιμένουν εκεί πολλοί καλοί φίλοι και εμείς θα θέλαμε να αρχίσουμε τα live μας από την πόλη που ξεκινήσαμε. Δυστυχώς το ταξίδι στο Ρέθυμνο μέχρι στιγμής έχει αποδειχθεί δύσκολο, λόγω απόστασης και χρόνου. Αν λοιπόν θα μιλούσαμε για κάποιο πλάνο, αυτό το πλάνο περιλαμβάνει σίγουρα ακόμα ένα live, το live του Ρεθύμνου.

 

Για το αθηναϊκό live στο six dogs έχετε κατασταλάξει περίπου τι θα παίξετε; Υπάρχει έτοιμη κάποια ραχοκοκαλία κομματιών ενδεχομένως;

Ναι, θα βασιστούμε στο σετ που παίξαμε τον περασμένο Αύγουστο στο Φεστιβάλ Βρύσης, προσθέτοντας ακόμα 3-4 κομμάτια από όλους τους δίσκους μας. Σκοπεύουμε πάντως να το παλέψουμε μέχρι την τελευταία στιγμή για να κάνουμε και μια-δυο εκπλήξεις στον κόσμο που θα έρθει να μας ακούσει μετά από 17 χρόνια.

 

Ευχαριστούμε πολύ!

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

  

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

 

 

Ο Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 (συγκεκριμένα τη χρονιά για την οποία έχει τραγουδήσει ο Jimi Hendrix), όταν πια οι Joy Division είχαν πάψει ήδη να υπάρχουν από καιρό (ευτυχώς υπήρχαν οι New Order!). Μετά από χρόνια αναζητήσεων ανακάλυψε αυτό που έψαχνε σε μια έρημο, έκτοτε λατρεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τους Kyuss. Πιστεύει ότι αν δεν υπήρχε το rock & roll θα έπρεπε να το έχουμε ανακαλύψει. Επίσης, είναι βέβαιος ότι ο Έλβις ζει κάπου ανάμεσα μας… 

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα